Σε μια συνέντευξη, το φυσιολογικό είναι το κέντρο προσοχής να είναι το πρόσωπο που δίνει τη συνέντευξη και όχι ο δημοσιογράφος που την παίρνει. Επίσης, η δεοντολογία επιτάσσει τον σεβασμό από μέρους του δημοσιογράφου προς το πρόσωπο, είτε άτομο είτε εκπρόσωπο συλλογικού φορέα, κοινωνικής ομάδας κ.λπ., από το οποίο παίρνει συνέντευξη αλλά και προς τους αναγνώστες εξ ίσου, καθώς και τον σεβασμό, αναλόγως κατά περίπτωση, προς τη συμπεριφορά, την προσωπικότητα, τις ιδέες, τις θέσεις και τις απόψεις του συνεντευξιαζόμενου, ασχέτως της συμφωνίας ή μη του δημοσιογράφου με όλα αυτά. Θα έλεγα ακόμη ότι ο δημοσιογράφος οφείλει, αφού βεβαίως πριν απ' όλα έχει επιλέξει να είναι αμερόληπτος (ε, λέμε και καμιά
αμετροέπεια!), να προσεγγίσει τον συνεντευξιαζόμενο και, επίσης αναλόγως κατά περίπτωση, να έχει από προηγουμένως μελετήσει, αναλύσει και κατανοήσει τις θέσεις του, τις απόψεις του, τη συμπεριφορά του, την προσωπικότητά του, και να έχει το ψυχικό σθένος να σταθεί, προσποιούμενος έστω, σαν φίλος απέναντι στον συνομιλητή του. Αυτά όλα είναι αδιανόητα για έναν δημοσιογράφο που έχει επιλέξει να υπηρετεί το σύστημα. Και ο Τάσος Παππάς της «Εφημερίδας των Συντακτών», στον οποίο έδωσε συνέντευξη Τύπου ο Γ.Γ. του ΚΚΕ Δ. Κουτσούμπας, έχει δώσει δείγματα γραφής, ότι μπορεί να "προφυλάσσεται" από το
ολίσθημα να σταθεί σαν φίλος απέναντι στον εκπρόσωπο του ΚΚΕ, ότι μπορεί να προβοκάρει, να θέτει ερωτήσεις παρμένες από το οπλοστάσιο των αντιπάλων του κόμματος. Σε μια παλιότερη ανάρτησή μου με τίτλο Το λάθος του κ. Τάσου Παππά τον στόλιζα κανονικά, γράφοντας:
Αναφέρομαι στο άρθρο του κ Τάσου Παππά στον δημοσιογραφικό ιστότοπο aixmi.gr στις 6 Ιουνίου 2012 με τίτλο «ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ κάνουν ό,τι μπορούν για να απαξιωθούν». Το άρθρο αυτό το σχολιάζει σ' όλα τα σημεία του ο σημερινός «Ριζοσπάστης», στην τελευταία του σελίδα. Εγώ, στο σημείωμά μου αυτό, θα περιοριστώ να ανασκευάσω μονάχα την άποψη του κ. Τ. Παππά περί «λάθους στην ανάλυση του ΚΚΕ», όπως γράφει, ακόμη και αν πρόκειται για διατύπωση ειλικρινή και χωρίς υπολανθάνουσα αντιΚΚΕ σκοπιμότητα εκ μέρους του της, οπωσδήποτε εσφαλμένης κατά τη γνώμη μου, άποψής του για την πολιτική του κόμματος. Κυρίως ωθούμαι σ' αυτή την ανασκευή, επειδή υπάρχουν καλοπροαίρετοι άνθρωποι που πράγματι σκέπτονται όπως φαίνεται να σκέπτεται ο κ. Τ. Παππάς, εγκλωβισμένος στον φοβικό κόσμο της μικροαστικής ατολμίας, δηλαδή του μικροαστικού συντηρητισμού. Η συναγωγή των συγκεκριμένων συμπερασμάτων στο άρθρο διευκολύνεται από το γεγονός ότι ο κ. Παππάς, αθεράπευτα προσκολλημένος στον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς αυτού του κόσμου, παραβλέπει, προσωρινά έστω, ότι υπάρχουν επίσης άνθρωποι που σκέφτονται και ιεραρχούν τα πράγματα εντελώς διαφορετικά, άνθρωποι που δρουν και σκέφτονται στον αντίποδα των προηγούμενων, άνθρωποι ανυπότακτοι, ασυμβίβαστοι και τολμηροί, όπως οι κομμουνιστές, οι αριστεροί, οι προοδευτικοί, οι ριζοσπάστες: «Οι άνθρωποι γράφει θέλουν να ζήσουν αξιοπρεπώς [σ.ιστ.: !] στο σήμερα [
] δεν είναι δυνατόν να τους ζητάς να θυσιάζουν διαρκώς το παρόν, κυνηγώντας ένα ακτινοβόλο μέλλον». Ναι, η "αξιοπρέπεια" των ραγιάδων! Αμέσως παρακάτω, βέβαια, αναγκάζεται να ομολογήσει ότι «Πολλοί [σ.ιστ.: όχι όλοι επομένως] θα προτιμήσουν τη σιγουριά [
]». Ας είναι
Το ζήτημα πάντως είναι το κατά πόσο ένα κόμμα αρχών, όπως είναι το ΚΚΕ, μπορεί ή επιτρέπεται να θυσιάζει το «πρέπει», την ιδεολογία του, στον βωμό του ωφελιμισμού, με στόχο την άγρα (λίγων ή πολλών) ψήφων, κινούμενο έτσι στη σφαίρα του αμοραλισμού (με την έννοια της εγκατάλειψης των αρχών του), άμα και ακυρώνοντας την προσπάθειά του να αφυπνίσει συνειδήσεις και να συνεγείρει τους εργαζόμενους στην πάλη για την ανατροπή του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος και την εγκαθίδρυση της λαϊκής εξουσίας για την οικοδόμηση του σοσιαλιστικού μέλλοντός μας.
Αλλά ας παραθέσω το επίμαχο απόσπασμα από το άρθρο του κ. Παππά (η επισήμανση με έντονα στοιχεία από τον ίδιο):
Το λάθος στην ανάλυση του ΚΚΕ είναι ότι έχει κατασκευάσει μια εικόνα για το λαό που δεν συνάδει με την πραγματικότητα. Είναι μια εικόνα εξιδανικευμένη που υπάρχει μόνο στα επαναστατικά εγχειρίδια. Δεν μπορεί ένα κόμμα να προσδοκά διεύρυνση της επιρροής του, προτείνοντας συνεχώς μια γραμμή αγώνα που απαιτεί από τους πολίτες να επιδεικνύουν αυταπάρνηση, αλτρουισμό, να αντιστέκονται, να πολεμούν, να συμμετέχουν σε διαδηλώσεις, καταλήψεις, συγκρούσεις, να προσαρμόζουν την προσωπική τους ζωή στις ανάγκες της συλλογικής προσπάθειας. Δεν είναι όλοι «γεννημένοι» αγωνιστές, δεν είναι όλοι φτιαγμένοι από τη στόφα του ήρωα.
Οι άνθρωποι έχουν όνειρα, ελπίδες, πάθη, αδυναμίες, μικρότητες, εγωισμούς. Θέλουν να ζήσουν αξιοπρεπώς στο σήμερα, να ευημερήσουν. Δεν είναι δυνατόν να τους ζητάς να θυσιάζουν διαρκώς το παρόν, κυνηγώντας ένα ακτινοβόλο μέλλον. Πολλοί θα προτιμήσουν τη σιγουριά των μικρότερων βημάτων από το να εμπλακούν σε μια περιπέτεια με άγνωστο προορισμό, τις σταδιακές αλλαγές από τις ολικές ρήξεις.
Αντί γι' άλλη απάντηση στα συμπεράσματα και τις κρίσεις του κ. Παππά, θα σας διηγηθώ μια διδακτική ιστορία από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας (μια και μιλήσαμε και για ραγιάδες παραπάνω
):
Κάποτε ένας τούρκος αγάς είχε καταδικάσει έναν φτωχό συμπατριώτη μας να πληρώσει ένα βαρύ πρόστιμο, πολλά γρόσια. Ο φουκαράς ο ραγιάς (ο χαρακτηρισμός εδώ είναι φανερό ότι δεν είναι υποτιμητικός ή απαξιωτικός αλλά συμπάθειας δηλωτικός) δεν είχε να πληρώσει ένα τόσο μεγάλο ποσό. Η "μεγαλοσύνη" του αγά (δηλαδή, τι μεγαλοσύνη, σκέτη αγριότητα ήταν) είχε την πρόνοια να του προτείνει εναλλακτικά, αν δεν είχε να πληρώσει το πρόστιμο, είτε να μαστιγωθεί με 40 βουρδουλιές είτε να φάει μονομιάς 40 μεγάλα ωμά κρεμμύδια. Ο καημένος ο ραγιάς σκέφτηκε ότι είναι προτιμότερο να φάει 40 ωμά κρεμμύδια, έστω και μεγάλα, παρά να φάει 40 βουρδουλιές. «Κρεμμύδια είναι» συλλογίστηκε «θα μπορέσω να τα φάω, ενώ τον βούρδουλα
». Για τα γρόσια, ούτε σκέψη. Πού να βρεθούνε; Έτσι, είπε στον αγά ότι αποφάσισε να προτιμήσει τα κρεμμύδια. Αμέσως οι άνθρωποι του αγά έφεραν μπροστά στον έρμο τον ραγιά 40 πελώρια κρεμμύδια. Άρχισε εκείνος να τρώει. Το πρώτο το υπέμεινε. Το δεύτερο δυσκολότερα. Το τρίτο ακόμη πιο δύσκολα. Τέταρτο, πέμπτο
Η κατάσταση γινόταν πια μαρτυρική, ολοένα και πιο ανυπόφορα μαρτυρική με κάθε νέο κρεμμύδι που έτρωγε. Κόντευε να κλατάρει. Εκεί, στο εικοστό κρεμμύδι, δεν άντεξε άλλο:
Αμάν, αγά μου! Έλεος! Δεν αντέχω να φάω άλλα κρεμμύδια. Προτιμώ τον βούρδουλα!
Αμέσως πλακώσανε τα πρωτοπαλλήκαρα του αγά, τον γδύσανε από τη μέση και πάνω, τον δέσανε, κι αρχίσανε να τον χτυπάνε αλύπητα. Η μία βουρδουλιά έπεφτε μετά την άλλη. Την πρώτη την υπέμεινε. Τη δεύτερη δυσκολότερα. Την τρίτη ακόμη πιο δύσκολα. Τέταρτη, πέμπτη
Η κατάσταση γινόταν πια μαρτυρική, ολοένα και πιο ανυπόφορα μαρτυρική με κάθε νέα βουρδουλιά που έτρωγε. Κόντευε να κλατάρει. Εκεί, στην εικοστή βουρδουλιά, δεν άντεξε άλλο:
Αμάν, αγά μου! Έλεος! Δεν αντέχω να φάω άλλες βουρδουλιές. Προτιμώ να πληρώσω το πρόστιμο!
Έτσι, ο φουκαράς ο Ρωμιός και κρεμμύδια έφαγε και βουρδουλιές δέχτηκε και το πρόστιμο το πλήρωσε ακέραιο στο τέλος.
Ας επιχειρήσουμε τώρα να επεκτείνουμε κατά κάποιο τρόπο την παραπάνω ιστορία:
Ας υποθέσουμε ότι ο αγάς είχε επιβάλει με διάταγμά του σε όλους τους Ρωμιούς της περιοχής διοίκησής του πρόστιμο, στον καθένα το ίδιο με το πρόστιμο της παραπάνω ιστορίας και με τους ίδιους όρους ή εναλλακτικές επιλογές (βούρδουλας, κρεμμύδια). Αν υποθέσουμε ότι αντιμετώπιζε κάθε Ρωμιός σε ατομικό επίπεδο το πρόβλημα, θα ήταν μάλλον αναμενόμενο να ακολουθήσει λίγο πολύ την τακτική του Ρωμιού της παραπάνω ιστορίας και, βέβαια, να έχει την κατάληξη εκείνου. Από την άλλη, η εξουσία του αγά θα παρέμενε ακλόνητη, αλλ' όχι μόνο· θ' άνοιγε η όρεξή του για νέα, πιο δυσβάσταχτα χαράτσια και θα γινόταν πιο τυραννικός. Ας λάβουμε ακόμη υπόψη μας ότι, αφενός, ο συνασπισμός των κοτζαμπάσηδων, οι οποίοι λειτουργούσαν ως πράκτορες του αφέντη, ως μεσάζοντες, για την είσπραξη των χαρατσιών, βάζοντας το δικό τους ποσοστό κέρδους πάνω σ' αυτά, και, αφετέρου, το παπαδαριό, που τα είχε κάνει κι αυτό τάτσι μίτσι κότσι με τον κατακτητή, για να εξασφαλίζει προνόμια και πλούτη, αυτές οι δύο μαφίες συμβούλευαν τον λαό να μη διανοηθεί να σηκώσει κεφάλι στον κατακτητή, γιατί θα συντριβεί, θα καταστραφεί (θα αντιμετωπίσει κάτι σαν την έξοδο από το ευρώ). Αυτοί οι δύο και κάποιες παραφυάδες τους επηρέαζαν σχεδόν το 90% του πληθυσμού. Είχαν δε στην υπηρεσία τους διάφορους πρόθυμους τελάληδες για να κινδυνολογούν ασύστολα όσο και γελοία, ώστε να κρατούν τρομοκρατημένους τους απλούς ανθρώπους. Βέβαια, είχε δημιουργηθεί και δρούσε τα τελευταία ενενήντα κάτι χρόνια μια επαναστατική οργάνωση, μια «Λαϊκή Εταιρεία», όπως την έλεγαν, που κήρυχνε τον ξεσηκωμό ενάντια στον κατακτητή, που καλούσε τον λαό σε ανυπακοή και αντεπίθεση, αλλά αυτή επηρέαζε (κατά τις στατιστικές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) μονάχα το 8,5% του πληθυσμού.
Ο Τάσος Παππάς, ένας από τους τελάληδες που προανάφερα, θλιβόταν για το χαμηλό ποσοστό επιρροής της Λαϊκής Εταιρείας και την καλούσε με πόνο ψυχής (έτσι φαινόταν) να «σταματήσει πια να κάνει ό,τι μπορεί για να απαξιώνεται»!
Ο νοών νοείτω
***.***
Όμως ας έρθουμε σ' αυτό που έχει αξία: στη συνέντευξη του Δ. Κουτσούμπα, στην οποία ο Γ.Γ. του ΚΚΕ απαντάει με υποδειγματικό τρόπο στις πονηρές ερωτήσεις του δημοσιογράφου:
Τ.Π.: Δηλώσατε ότι το κόμμα σας θα βρεθεί στο δρόμο από την πρώτη μέρα κιόλας αν υπάρχει μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Δεν δικαιούται μια νέα κυβέρνηση να έχει μια μικρή έστω περίοδο χάριτος;
Δ.Κ.: Η λογική του «καναπέ» μάς είναι άγνωστη, εκτός του ότι είναι και αντιπαθής και επικίνδυνη, εάν θέλετε. Μια κυβέρνηση που θα εξαγγείλει και θα πάρει φιλολαϊκά μέτρα από την πρώτη μέρα γιατί η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται θα θέλει το εργατικό-λαϊκό κίνημα, το ΚΚΕ, να βρίσκεται στους δρόμους για να εμποδίσει όσους θα επιβουλεύονται αυτά τα φιλολαϊκά μέτρα. Μια κυβέρνηση που θα σχεδιάζει αντιλαϊκά μέτρα και θα είναι επιρρεπής σε πιέσεις για λήψη τέτοιων μέτρων θα αποζητά περίοδο χάριτος, όπερ σημαίνει «καναπές» και ανάθεση σε κάποιες ηγεσίες αντί της λαϊκής συμμετοχής. Και τότε βέβαια είναι που δέκα φορές περισσότερο χρειάζεται ο λαός και το ΚΚΕ στους δρόμους. Οι αντιδράσεις κάποιων γι’ αυτό το αυτονόητο που λέει το ΚΚΕ μάλλον δείχνει ότι θα ακολουθήσουν το δεύτερο δρόμο.
Τ.Π.: Λέτε ότι κόμματα όπως είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και το Podemos δεν συνιστούν απειλή για το σύστημα. Γιατί όμως το σύστημα τα πολεμά με κάθε μέσο και κάνει τα πάντα προκειμένου να αποτρέψει τη νίκη τους στις εκλογές;
Δ.Κ.: Πράγματι, το σύστημα τους έχει κηρύξει τόσο σκληρό πόλεμο, ώστε μεγαλοβιομήχανοι, ισχυρά τμήματα της αστικής τάξης, μονοπωλιακοί όμιλοι, τους αποδέχονται, τους πριμοδοτούν και έχουν γίνει προνομιακοί συνομιλητές μαζί τους. Εκτός κι αν εννοείτε «πόλεμο» την υποστήριξη των μεν στον ένα πόλο του δικομματισμού και των δε στον άλλον. Μόνο που και οι μεν και οι δε είναι τμήματα ομίλων, του κεφαλαίου, υποστηρικτές της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, του ΔΝΤ, είναι σε τελευταία ανάλυση ο ίδιος ο μηχανισμός και το ίδιο το σύστημα.
Τ.Π.: Τα αστικά κόμματα συχνά πυκνά επιδαψιλεύουν φιλοφρονήσεις στο κόμμα σας, ότι είναι σοβαρό και υπεύθυνο. Μήπως δεν σας φοβούνται;
Δ.Κ.: Γι’ αυτό, αλήθεια, θάφτηκε το μεγαλειώδες πανελλαδικό συλλαλητήριο του ΠΑΜΕ πρόσφατα απ’ όλα ανεξαιρέτως τα ΜΜΕ, με πλήρη αποσιώπηση ή το πολύ μέσα σε 2 αράδες ρεπορτάζ; Γι’ αυτό υπερπροβάλλονται κόμματα από το πουθενά;
Την άποψη ότι το ΚΚΕ είναι κόμμα σοβαρό και υπεύθυνο την ασπάζεται ένα πολύ μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού πλειοψηφικό θα έλεγα που δεν βρίσκεται φυσικά στην άμεση επιρροή του ΚΚΕ. Την άποψη ότι το ΚΚΕ είναι σοβαρό και υπεύθυνο την έχουν σε πολύ μεγάλο ποσοστό επίσης πλειοψηφικό στελέχη και μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, ψηφοφόροι του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, χωρίς να σημαίνει ότι συμφωνούν μαζί μας.
Τ.Π.: Στην Ευρώπη κυριαρχεί η αποχή από την πολιτική, σε μερικές χώρες η ακροδεξιά δυναμώνει, ενώ ο ευρωσκεπτικισμός κερδίζει έδαφος παντού. Κάτω από ποιές συνθήκες μπορεί να μεταβληθεί η κατάσταση, με δεδομένο ότι πουθενά οι κομμουνιστές δεν είναι υπολογίσιμο πολιτικό ρεύμα;
Δ.Κ.: Θα συμφωνήσετε ασφαλώς μαζί μου ότι για την κατάσταση που περιγράφετε στην Ευρώπη, η πρωταρχική ευθύνη βρίσκεται στα κόμματα που έχουν κυβερνήσει και στην τάξη που έχει την εξουσία σε όλη την Ευρώπη. Ευθύνη έχουν και τα «ρεύματα» του νεοφιλελευθερισμού, και εκείνα της σοσιαλδημοκρατίας. Χέρι βοηθείας τους δίνει και η γραμμή του συμβιβασμού, της διάλυσης του εργατικού κινήματος. Πλειοψηφικά, τα τελευταία 30 χρόνια, κυβερνήσεις έγιναν πολιτικά ρεύματα «νεοφιλελευθέρων - σοσιαλιστών - εργατικών - κομμουνιστών - ευρωκομμουνιστών» (Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, Ισπανία κ.λπ.) με τη γνωστή κατάληξη. Διέλυσαν ή μετάλλαξαν ΚΚ αλλά το αποτέλεσμα ήταν ο παροπλισμός του λαού, αποχή, αποστράτευση, ακροδεξιά, φασισμός, αντιδραστικός ευρωσκεπτικισμός. Για να αλλάξει η κατάσταση μία λύση υπάρχει: Να γίνει πλειοψηφικό ρεύμα και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη η στρατηγική του ΚΚΕ, η πραγματική επαναστατική στρατηγική που θα οδηγήσει σε ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, σε αποδέσμευση από ιμπεριαλιστικές λυκοσυμμαχίες, οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας, του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Και η ιστορία έχει αποδείξει ότι μπορούν να προκύψουν ριζικές ανατροπές ακόμα και σε περίοδο που προς στιγμή όλα μοιάζουν ακίνητα, αρκεί ο λαός να πιστέψει στη δύναμή του.
Τ.Π.: Αν ισχύει αυτό που λένε πολλοί, ότι η απάντηση στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό δεν μπορεί να δοθεί μόνο σε μία χώρα αλλά χρειάζεται ένας νέου τύπου διεθνισμός, ποιό είναι το καθήκον για τα αντικαπιταλιστικά κόμματα;
Δ.Κ.: Η πάλη κάθε λαού κρίνεται πρώτα απ’ όλα στη χώρα του. Λαϊκές, επαναστατικές, ριζοσπαστικές, σεισμικές δονήσεις σε μια χώρα, έστω μικρές, μπορούν να ενεργοποιήσουν τα ρήγματα σε γειτονικές χώρες, στην Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο. Άλλωστε ο πατριωτισμός της εργατικής τάξης, του λαού, ταυτίζεται με τον διεθνισμό της.
Τ.Π.: Και μια ερώτηση για το παρελθόν. Συμπληρώνονται 70 χρόνια από το Δεκέμβη του '44. Ξέρω και ξέρετε ότι με τα «αν» δεν γράφεται η ιστορία. Ωστόσο μπαίνω στον πειρασμό να σας καλέσω να αναμετρηθείτε με ένα κρίσιμο «αν»: Αν τη μάχη της Αθήνας την έδιναν τα ετοιμοπόλεμα τμήματα του ΕΛΑΣ υπό τον Άρη Βελουχιώτη, θα ήταν διαφορετική η έκβαση της σύγκρουσης, ίσως και η πορεία της χώρας;
Δ.Κ.: Εάν η μάχη της Αθήνας ήταν ενταγμένη σε μια στρατηγική γραμμή για την εργατική λαϊκή εξουσία, το σοσιαλισμό, και δεν πρυτάνευε στην ηγεσία του κόμματος η άποψη που προερχόταν από τη λαθεμένη στρατηγική γραμμή για ένα ενδιάμεσο στάδιο «δημοκρατικής» κυβέρνησης και με τμήματα της αστικής τάξης, τότε ίσως να ήταν διαφορετική η έκβαση του αγώνα, να οδηγούσε σε νίκη το λαό και όχι σε απαράδεκτες υποχωρήσεις και κέρδισμα της εξουσίας από την αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές συμμάχους της. Και λέω ίσως, διότι σωστά επισημαίνετε ότι με «αν» δεν γράφεται η ιστορία. Στο συγκεκριμένο ζήτημα ο Άρης Βελουχιώτης είχε δίκιο, όπως τονίζει η απόφαση της πρόσφατης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ.
Και πάλι: Ο νοών νοείτω