Δευτέρα, Ιανουαρίου 06, 2014

Σήμερα το σκότος κι ο σκοταδισμός...


Παραμονή των Φώτων, μεσημέρι, βρίσκομαι στο μετρό, στον δρόμο για το σπίτι μου, στον Πειραιά, επιστρέφοντας από τα βόρεια. Έχω βρει θέση, καθώς επιβιβάστηκα πολύ… βόρεια, και, έτσι καθιστός, πότε απορροφημένος στις σκέψεις μου δεν προσέχω τίποτα γύρω μου, πότε η προσοχή μου αποσπάται από κάτι, όχι τίποτα το ιδιαίτερο —δεν έτυχε—, που μηχανικά τραβάει για λίγο το μάλλον αδιάφορο βλέμμα μου. Παιδάκια, αλλά και… λίγο μεγαλύτεροι μπαίνουν στο βαγόνι σε κάθε σταθμό για να πουν τα κάλαντα:

Σήμερα τα Φώτα κι ο φωτισμός
και χαρά μεγάλη στους ουρανούς

Έτσι φτάνουμε στο Μέγαρο Μουσικής. Στο βαγόνι μπαίνουν μια νεαρή τσιγγάνα, γύρω στα 30 κάτι, με ένα κοριτσάκι γύρω στα 10, έμοιαζε κόρη της, πανέμορφες και οι δύο, καθαρές και περιποιημένες —αν έχουν κάποια σημασία αυτά… Λένε τα κάλαντα. Αντικριστά μου έχει καθήσει (από την προηγούμενη στάση;) μια καλοντυμένη κυρία, σχεδόν συνομίλική μου (γύρω στα 65). Οι τσιγγάνες περνάνε από δίπλα της:

…Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό
κάθετ' η κυρά μας η Παναγιά…

Η "κυρία" (τα εισαγωγικά, δηλωτικά του αταίριαστου, όπως θα δείτε, γι' αυτήν τίτλου που χρησιμοποιώ) αντικρύ μου δυσανασχετεί και στρεφόμενη σ' εμένα (βρήκε…), αμολάει το δηλητήριό της, μ' ένα απαίσιο μείγμα κακίας, υπεροψίας και ειρωνείας… η "κυρία" ("Κ")

"Κ": Έχουν οι γύφτοι Παναγία;

Λ:    [συγκρατούμαι να μην τη φτύσω, και με ηρεμία, που απορώ πού τη βρήκα, αλλά με αυστηρότητα, χτυπητή αντίθεση στο ηλίθιο ειρωνικό χαμόγελο που θεώρησε ότι έπρεπε να το διατηρήσει κάμποσο ακόμη, και οπωσδήποτε με βεβαιότητα που δεν σήκωνε αντίρρηση, δίνω τη μονολεκτική απάντηση]Έεχουν!…

"Κ"[απτόητη, επιμένει στο ίδιο μοτίβο, με το ίδιο ηλίθιο ειρωνικό χαμόγελο] Οι γύφτοι; Έχουν κι αυτοί Παναγία;

Λ:    [κι εγώ επιμένω το ίδιο ήρεμος, ίσως πιο αυστηρός, και σίγουρα δηκτικός] Δική σας είναι η Παναγία;

"Κ"[τα χάνει· σαστίζει· δεν περίμενε τέτοια ερώτηση, πόσο μάλλον που περίμενε ανταπόκριση από μένα θετική. Το ειρωνικό χαμόγελο χάνεται. Το ύφος της γίνεται εχθρικό, αλλά ανασυντάσσεται, κορδώνεται, και με στόμφο μού αποκρίνεται] Ναι, δική μου είναι! [παραμένει κορδωμένη σαν γύφτικο(!) σκεπάρνι]

Λ:    Να τη χαίρεστε! Και μη φοβάστε, τέτοια Παναγιά κανείς δεν τη ζηλεύει και δεν πρόκειται να σας την πάρει. Τέτοια Παναγιά, που σας διδάσκει να προσβάλλετε τους ανθρώπους… Κρατήστε την για σας! Η Παναγιά της Χριστιανοσύνης διδάσκει την αγάπη προς τους ανθρώπους, όχι απλά και μόνο τον σεβασμό, που ούτε κι αυτόν εσείς δεν έχετε!

"Κ"[ακολουθεί κάτι σαν παραμιλητό από μέρους της, που βγαίνει σχεδόν μέσα από τα δόντια της, δεν διακρίνω τι λέει]

Λ:    Και ακούστε: Η Χρυσή Αυγή σάς ταιριάζει εσάς, αν δεν την ψηφίζετε κιόλας. Μόνο έχετε υπόψη σας ότι αυτοί είναι ναζί, και ύστερα από τους «γύφτους» θα περιλάβουν κι εσάς!

"Κ": … [ντουβρουντζάς…]

Σηκώνομαι και φεύγω από κοντά της. Προτιμάω να στέκομαι αντίκρυ στην πόρτα από την οποία θα κατέβω στην επόμενη στάση… Προτιμάω να βλέπω αυτό το σκοτάδι, του τούνελ, που προβάλλει πίσω από το τζάμι…

Κι αν ήξερε η "κυρία" ότι του λόγου μου δεν έχω καμία Παναγία (ούτε τον… Θεό μου!), τότε σίγουρα δεν θα είχε κανένα περιθώριο να νομίσει ότι μίλησα σαν προσβεβλημένος χριστιανός· σαν προσβεβλημένος άνθρωπος μίλησα!…