Σάββατο, Απριλίου 09, 2011

Έρμη τέχνη…

Τσουπ! Νά 'μαι πάλι εδώ! Παρά την αναγγελία μου στη προηγούμενη (πριν από μόλις τρεις ημέρες!) ανάρτησή μου περί, πρόσκαιρης έστω, αποχής μου από την έμπλογκη δράση (και ένοπλη δράση αν διαβάσετε, σωστό είναι μεταφορικά), που έγινε μάλιστα μέσω πομπώδους Πετριαρχικού σιγηλίου, εμφανίζομαι σήμερα ωσάν, αντίθετα με όσα επικαλούμουν σ' εκείνη την ανάρτηση, να μην υπάρχει τίποτα που να μ' εμποδίζει ή να με δυσκολεύει να γράφω. Είναι όμως έτσι; Ή μήπως ενέδωσα στις παροτρύνσεις των φίλων; Χμ! Η αλήθεια είναι πιο απλή· πρόκειται για ιστογραφή έτοιμη από μέρες (άλλωστε πρόκειται για αναδημοσίευση), η οποία δεν αναρτήθηκε τότε επειδή έκρινα, αφ' ενός, ότι έπρεπε λόγω επικαιρότητας να δημοσιευτούν άλλες (για το 1821 και για τη «Μηχανή του χρόνου») και, αφ' ετέρου, ότι αυτή θα μπορούσε να δημοσιευτεί κάπως ετεροχρονισμένα, δεδομένου μάλιστα ότι το ιστολόγιο τούτο δεν έχει χαρακτήρα ενημερωτικό ή ειδησεογραφικό. Αναδημοσιεύω λοιπόν από το προ τριών περίπου εβδομάδων φύλλο του «Ριζοσπάστη» σχόλιο και κριτική της προσπάθειας της ταινίας «Η ΕΡΗΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ» να βάλει το λιθαράκι της στην τάση του συρμού: την κατασυκοφάντηση του σοσιαλισμού. Προσπάθεια που καταλήγει σε γελοιοποίηση των εμπνευστών της.

ΤΑΙΝΙΑ «Η ΕΡΗΜΟΣ ΤΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ»

Ανθρακες ο αντισοβιετικός θησαυρός…

Ενα… ντοκιμαντέρ «ανακαλύπτει» τα έργα της Ρωσικής Πρωτοπορίας που «γλίτωσαν» από τους «διωγμούς» του σοβιετικού «καθεστώτος»… σε ένα Κρατικό Μουσείο, που όμως λειτουργεί από το 1966 στο Ουζμπεκιστάν…

Ιγκορ Σαβίτσκι
«Πώς μπορεί να επιβιώσει η τέχνη σε καιρούς καταπίεσης; Στη Σοβιετική Ένωση, οι καλλιτέχνες που παρέμεναν πιστοί στο όραμά τους φυλακίζονταν ή εκτελούνταν. Η τραγωδία αυτή ενέπνευσε τον Ίγκορ Σαβίτσκι, ο οποίος τόλμησε να περισώσει 40.000 έργα φίλων καλλιτεχνών. Συγκέντρωσε μια εκλεκτική συλλογή τέχνης της Ρωσικής Πρωτοπορίας και δημιούργησε ένα μουσείο στην έρημο του Ουζμπεκιστάν, μακριά από το άγρυπνο μάτι της Κα Γκε Μπε […]»…

Ετσι ξεκινάει το σημείωμα που συνοδεύει την ταινία «Η έρημος της απαγορευμένης τέχνης» («The Desert of Forbidden Art») των Αμερικανών σκηνοθετών Αμάντα Πόουπ και Τζάβνταρ Γκεοργκίεφ, η οποία περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα του 13ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (σ.σ.: προβλήθηκε την περασμένη Τρίτη) και το οποίο ολοκληρώνεται σήμερα.

«Οι πίνακες αυτοί, τους οποίους οι “Τάιμς της Νέας Υόρκης” χαρακτήρισαν ως την πιο αξιόλογη συλλογή ρωσικής τέχνης του 20ού αιώνα, βρίσκονται σήμερα σε μια από τις φτωχότερες περιοχές του πλανήτη κι αξίζουν εκατομμύρια. Η συλλογή κινδυνεύει σήμερα τόσο, όσο κινδύνευε τότε που τη δημιούργησε ο Σαβίτσκι, θέτοντας το ερώτημα ποιος φέρει την ευθύνη για τη διαφύλαξη των πολιτιστικών θησαυρών» καταλήγει το σημείωμα.

Τόσο το σημείωμα όσο, ακόμη περισσότερο, η ταινία, αναπαράγουν σχεδόν όλα τα στερεότυπα που συνοδεύουν την αντιδραστική, αντισοβιετική προπαγάνδα των τελευταίων δεκαετιών: «Ταύτιση» κομμουνισμού–φασισμού (σ.σ.: με εντέχνως κατασκευασμένη «τεκμηρίωση» από τη διαδικασία οικοδόμησης του σοσιαλισμού τη 10ετία του '30), χρησιμοποίηση της Ιστορίας κατά το δοκούν, διαστρέβλωση γεγονότων, αποσιώπηση, συκοφάντηση.

Αν κάποιος είχε σαν «ιστορική πηγή» μόνο το παραπάνω σημείωμα και την ταινία, θα πίστευε ότι κάποιος Σοβιετικός… «Ιντιάνα Τζόουνς», «έσωσε» με «κίνδυνο» της ζωής του χιλιάδες πίνακες ζωγραφικής από τα «νύχια» της Κα Γκε Μπε και τους παρουσίασε σε ένα μουσείο που… «έφτιαξε» στη μέση της ερήμου του Ουζμπεκιστάν… «μακριά από το άγρυπνο μάτι» της Κα Γκε Μπε —αν και το Ουζμπεκιστάν ήταν Σοβιετική Δημοκρατία!

Το Κρατικό Μουσείο Τεχνών στο Καρακαλπακστάν
Το γεγονός ότι η ρητορική αυτή δεν αντέχει σε καμία λογική, ιστορική, επιστημονική κριτική, αλλά, αντίθετα, επαναφέρει τον αντισοβιετισμό στη 10ετία του '50 —όταν ένα σεβαστό ποσοστό του λαού των ΗΠΑ πίστευαν πραγματικά, μεταξύ άλλων, ότι στα πεζοδρόμια της Μόσχας «κυκλοφορούσαν» αρκούδες— δεν εμπόδισε καθόλου την ενθουσιώδη υποδοχή της ταινίας: Πέντε διεθνή βραβεία σε κινηματογραφικά φεστιβάλ (ενώ προβλήθηκε σε εβδομήντα) και «ύμνοι» από τον αστικό Τύπο.

Αλλά δεν πρόκειται μόνο για ιδεολογική επίθεση στο σοσιαλισμό. Πρόκειται και για «συνήθεις μπίζνες». Έτσι, στα «Νέα» (14/3/2011), που δημοσιεύουν συνέντευξη των σκηνοθετών, σημειώνεται ότι ήδη ιδιώτες με «παχιά» πορτοφόλια έχουν βάλει στο μάτι τη συλλογή του μουσείου, εκμεταλλευόμενοι βέβαια την εγκατάλειψή του από το σημερινό καθεστώς στο Ουζμπεκιστάν. Δεν είναι άλλωστε τυχαία και η παραπάνω επισήμανση των «Νιου Γιορκ Τάιμς» ότι οι πίνακες αξίζουν εκατομμύρια…

Μια… έρημος με… Ακαδημία Επιστημών!

Η αλήθεια είναι όμως διαφορετική και σίγουρα καθόλου «συναρπαστική» για το σύστημα. Ο Σοβιετικός Ίγκορ Βιτάλιεβιτς Σαβίτσκι (1915, Κίεβο – 1984, Μόσχα) ήταν ένας εμπνευσμένος ζωγράφος, συντηρητής έργων τέχνης, εθνογράφος και ιστορικός τέχνης, ο οποίος έφερε —δικαίως— τον τίτλο του «Λαϊκού Ζωγράφου» του Καρακαλπακστάν (Αυτόνομη Δημοκρατία στο πλαίσιο της πρώην Σοβιετικής Δημοκρατίας του Ουζμπεκιστάν) και ένας από τους σημαντικότερους πολιτιστικούς —και βραβευμένους για την προσφορά τους από το σοσιαλιστικό κράτος— παράγοντες του Ουζμπεκιστάν τις μεταπολεμικές δεκαετίες.

Έχοντας ολοκληρώσει υψηλές καλλιτεχνικές σπουδές τον βρίσκει ο πόλεμος, τον οποίο όμως θα περάσει στη Σαμαρκάνδη του Ουζμπεκιστάν, αφού λόγω ασθένειας δεν του επέτρεψαν να πάει στο μέτωπο. Το 1950 θα επιστρέψει στην ασιατική αυτή Δημοκρατία της ΕΣΣΔ ως μέλος αρχαιολογικής αποστολής με χρέωση τη σχεδιαστική απεικόνιση των ευρημάτων. Κατά τη διάρκεια της αποστολής στάλθηκε και στο Καρακαλπακστάν για παράλληλη επιστημονική μελέτη της λαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς της περιοχής και του λαού της. Ο Σαβίτσκι θα μαγευτεί από την τοπική κουλτούρα και θα αφιερώσει έκτοτε τη ζωή του στην ανάδειξή της, ενώ έγινε και μόνιμος κάτοικος της πρωτεύουσας του Καρακαλπακστάν, Νούκους. Η εντυπωσιακή συλλογή του θα οδηγήσει τις σοσιαλιστικές αρχές του Ουζμπεκιστάν να δημιουργήσουν αργότερα το Κρατικό Μουσείο Λαϊκού Πολιτισμού της Αυτόνομης Δημοκρατίας. Το 1956 ο Σαβίτσκι διορίζεται επιστημονικός συνεργάτης του Ερευνητικού Ινστιτούτου Οικονομίας και Κουλτούρας του Καρακαλπακστάν (σ.σ.: ναι, διέθετε και επιστημονικά ινστιτούτα εκείνος ο μικρός λαός στη «μέση της ερήμου»…), ενώ, από το 1959 εργάστηκε στο Ινστιτούτο Ιστορίας – Γλώσσας και Λογοτεχνίας του Τμήματος Καρακαλπακστάν της Ακαδημίας Επιστημών του Ουζμπεκιστάν.

Από το 1960, ο Σαβίτσκι αρχίζει να ενδιαφέρεται και για το σύνολο των καλλιτεχνικών ρευμάτων που άνθισαν τις πρώτες δεκαετίες (προ– και μετά–επαναστατικές) στη Ρωσία και που σήμερα είναι γνωστά με το γενικό τίτλο «ρωσική πρωτοπορία». Αρχίζει τα ταξίδια στη Μόσχα και σε άλλες πόλεις συλλέγοντας πίνακες σπουδαίων Ρώσων και Σοβιετικών ζωγράφων. Τουλάχιστον 40.000 έργα θα φτάσουν στο Νούκους από όλη την ΕΣΣΔ. Τώρα, πώς είναι δυνατόν να «γλίτωσαν» τόσες χιλιάδες έργα την «καταστολή» του καθεστώτος, να «ανακαλύπτονται» και να μεταφέρονται δεκάδες χιλιάδες από αυτά, από όλη την αχανή αυτή χώρα, στο Ουζμπεκιστάν, από έναν κάθε άλλο παρά άσημο παράγοντα, με όρους «διάσωσης» και «κάτω από τη μύτη» του «καταπιεστικού» και «ολοκληρωτικού» καθεστώτος και των «πανίσχυρων» —κατά τα άλλα— μυστικών υπηρεσιών, αυτό είναι κάτι που φυσικά δεν μπορεί να απαντηθεί από τους συντελεστές της ταινίας και τους «φίλους» τους.

Ακόμη όμως κι αν υποθέσουμε ότι ο Σαβίτσκι ήταν όντως ο «χολιγουντιανός» ήρωας που παίζει «κρυφτούλι» με την Κα Γκε Μπε και «σώζει» τους πίνακες, και πάλι προκύπτει το ερώτημα: Πώς είναι δυνατόν, το 1966, να ζητήσει και να λάβει άδεια για δημιουργία μουσείου στο Νούκους για να στεγάσει και να εκθέσει την… «κυνηγημένη» συλλογή του; Και μάλιστα, το μουσείο να χτιστεί με κρατικό χρήμα και να ονομαστεί επισήμως Κρατικό Μουσείο Τεχνών της Αυτόνομης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Καρακαλπακστάν; Και επιπλέον να διοριστεί και ο πρώτος διευθυντής του; Όχι κι άσχημα για έναν «κυνηγημένο», ακόμη και «μακριά από το άγρυπνο μάτι» του «καθεστώτος»…

Αλλά τα «θαύματα» δε σταματάνε εδώ. Από το 1966 που εγκαινιάστηκε το μουσείο και για τις επόμενες δεκαετίες, η καταπληκτική αυτή συλλογή θα περιοδεύσει σχεδόν σε όλη τη χώρα, από την Τασκένδη μέχρι το Τάλιν! Το υπουργείο Πολιτισμού της ΕΣΣΔ όχι μόνο θα υποστηρίξει ηθικά και υλικά τον Σαβίτσκι, αλλά θα του ανοίξει και τις πόρτες αρχείων πολιτιστικών θησαυρών. Μάλιστα, το 1975, το Σοβιετικό Κράτος δώρισε στον Σαβίτσκι για το μουσείο του, μέρος της συλλογής του μεγάλου Γάλλου κυβιστή ζωγράφου, Φερνάν Λεζέ (1881–1955), το οποίο είχε δωρίσει στο υπουργείο Πολιτισμού της ΕΣΣΔ η χήρα του, Ναντιέζντα Λεζέ!

Το ερώτημα, πώς και το σημερινό «δημοκρατικό» καθεστώς στο Ουζμπεκιστάν άφησε στη «μοίρα» του αυτόν τον πολιτιστικό θησαυρό, είναι μάλλον ρητορικό. Άλλωστε, οι… «συλλέκτες»–«σωτήρες» ακονίζουν τα δόντια τους…

Τα συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από τα παραπάνω, όπως τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού στις —πολύ καθυστερημένες προεπαναστατικά— ασιατικές Δημοκρατίες της ΕΣΣΔ (σ.σ.: εντελώς ενδεικτικά, το 1977 στο Ουζμπεκιστάν λειτουργούσαν 26 θέατρα, 4,7 χιλιάδες κινηματογραφικές αίθουσες, 3,8 χιλιάδες πολιτιστικά κέντρα, 6,5 χιλιάδες βιβλιοθήκες με 44,6 εκατομμύρια βιβλία και περιοδικά και 33 μουσεία), η αλματώδης και πρωτοφανής πολιτιστική ανάπτυξη —παρά τις εξηγήσιμες δυσκολίες, ακόμη και τα λάθη, που όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να την αμαυρώσουν— καθώς και η αντίστοιχη οικονομική ανάπτυξη, είναι πολλά και ξεπερνούν το παρόν κείμενο. Είναι όμως αυτά τα επιτεύγματα που εξακολουθούν να «στοιχειώνουν» τον ύπνο και των αστών και των καλλιτεχνών τους. Και είναι υπόθεση του λαϊκού κινήματος και της προοδευτικής διανόησης να τα υπερασπίσουν.

Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ

Ένθετο «7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ» του «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ» της Κυριακής 20/3/2011