Τρίτη, Δεκεμβρίου 07, 2010

Μεταφορές: μεταφορικά και κυριολεκτικά


Μεταφορά είναι το σχήμα λόγου κατά το οποίο αντί της έκφρασης που κυριολεκτεί χρησιμοποιείται άλλη με συναφή σημασιακά στοιχεία, η οποία εν προκειμένω δεν κυριολεκτεί, αλλά αποκτά πρόσκαιρα, χάριν του σχήματος λόγου, σχετική επέκταση της σημασίας της. Παραδείγματα: «τον κάρφωσε με τη ματιά του», «η ανηφόρα της ζωής», «βούλιαξε η πλατεία από το πλήθος που συγκεντρώθηκε», «άναψαν τα αίματα», «τα λόγια της έσταξαν βάλσαμο στην ψυχή του». Ασφαλώς η μεταφορική έκφραση εξ ορισμού δεν κυριολεκτεί. Και αντιστρόφως, εάν θελήσει κάποιος ν' αποφύγει τη μεταφορά, μάλλον οδηγείται αναπόφευκτα να κυριολεκτήσει, έστω κι αν χρησιμοποιώντας κάποιο από τα δύο συγγενικά της μεταφοράς σχήματα λόγου, την παρομοίωση ή την προσωποποίηση, παρακάμψει την ευθεία κυριολεκτική διατύπωση. Για παράδειγμα, η μεταφορική διατύπωση «τον κάρφωσε με τη ματιά του» μπορεί να αποδοθεί με την ευθέως κυριολεκτική διατύπωση «τον κοίταξε αυστηρά (ή οργισμένα κ.λπ.)» ή με την παροιμιακή διατύπωση, η οποία όμως είναι επίσης κυριολεκτική, δεδομένου ότι κάθε της λέξη χρησιμοποιείται κυριολεκτικά, «τον κοίταξε, κι η ματιά του σαν στιλέτο». Η μεταφορά και η κυριολεξία επομένως είναι αλληλοαποκλειόμενες έννοιες, αν και όχι αντίθετες. Βεβαίως είναι φανερό πως η μεταφορά στολίζει, δίνει εκφραστικότητα και ζωντάνια στον λόγο, γι' αυτό και χαρακτηρίζεται καλολογικό στοιχείο. Φυσικά, ακόμη και τα στολίδια πρέπει κανείς να γνωρίζει να τα χρησιμοποιεί σωστά, με μέτρο και περίσκεψη…

Τα παραπάνω είναι γνωστά ήδη από το σχολείο. Όμως φαίνεται ότι κάποιοι όχι μόνο την είχαν κάνει κοπάνα στο σχετικό μάθημα, αλλά δεν φρόντισαν ούτε μετέπειτα ποτέ στη ζωή τους να μάθουν τι είναι αυτή η έρμη η μεταφορά στον λόγο. Να εξηγηθώ: Δεν κατηγορώ ποτέ κανέναν για γνώσεις που δεν είχε την ευκαιρία ν' αποκτήσει. Μέμφομαι όμως αυτούς που, ενώ έχουν την ευκαιρία, αλλά και ταυτόχρονα την υποχρέωση λόγω επαγγέλματος ή απασχόλησης να μάθουν στοιχειώδη πράγματα, απαραίτητα για τη δουλειά τους, αυτοί, είτε από αμέλεια και αδιαφορία είτε από έλλειψη υπευθυνότητας, παραμένουν αμαθείς έως ημιμαθείς, για τη δική μας ταλαιπωρία. Αναφέρομαι εν προκειμένω, μιας και το θέμα μου είναι η χρήση της μεταφοράς, στην άγνοια ή την εσφαλμένη αντίληψη της σημασίας και του ρόλου της στον λόγο, από ανθρώπους που κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους ασχολούνται παντοιοτρόπως με τον λόγο, είτε τον γραπτό είτε τον προφορικό, γράφοντας ειδήσεις, μεταδίδοντας ανταποκρίσεις, συντάσσοντας εκθέσεις, εκπονώντας μελέτες, εκφωνώντας λόγους, δίνοντας διαλέξεις, παραδίνοντας μαθήματα κ.λπ., όπως δημοσιογράφους, δασκάλους, υπαλλήλους κ.ά. Φυσικά, ο γραπτός λόγος, σαν άλλη λυδία λίθος, αποκαλύπτει αδυναμίες που ενδεχομένως δεν γίνονται αντιληπτές στον προφορικό λόγο. Αυτή λοιπόν η άγνοια ή εσφαλμένη αντίληψη της σημασίας και του ρόλου της μεταφοράς στον λόγο οδηγεί στα εξής δύο λάθη:

  1. Στην κατάχρηση της μεταφοράς. Η κατάχρηση, ως γνωστόν, πάντοτε βλάπτει. Και τα στολίδια ακόμη, όταν χρησιμοποιούνται κατά κόρον, αντί να στολίζουν, ασχημίζουν, απωθούν έως και γελοιοποιούν. Οι αθλητικογράφοι, ίσως παρακινούμενοι επειδή εξ επαγγέλματος έρχονται σ' επαφή με τον κόσμο και όλες τις εκφάνσεις του πρωταθλητισμού, έχουν αναδειχθεί σε πρωταθλητές και στο πεδίο αυτό, της κατάχρησης της μεταφοράς. Βέβαια! Κανένας επιχειρηματίας, παράγοντας κ.λπ. δεν «αναλαμβάνει τη διοίκηση» κάποιας ΠΑΕ. Όχι! Όλες οι ΠΑΕ διαθέτουν τιμόνι, ως γνωστόν, οπότε και η είδηση είναι πάντα και στερεότυπα: «στο τιμόνι της ΠΑΕ τάδε ο γνωστός (επιχειρηματίας κ.λπ.) δείνα». Επίσης κανείς ποτέ δεν «παραβρίσκεται» (ούτε «παρευρίσκεται»), δεν «συμμετέχει», δεν «παίρνει μέρος». Όχι! Όλοι ανεξαιρέτως, παντού και πάντα στα αθλητικά δρώμενα «δίνουν το “παρών”», σαν φαντάροι σε αναφορά, σ' έναν κόσμο γεμάτο στρατώνες… Κανείς δεν «αποχωρεί», δεν «φεύγει», δεν «λύνει το συμβόλαιό του». Όχι! Σ' όλες τις περιπτώσεις όλοι «αποτελούν από χτες παρελθόν για την ομάδα». Κανείς δεν «ανεβάζει την απόδοσή του», κανείς δεν «εντείνει τις προσπάθειές του». Όχι! Όλοι πάντα συμβαίνει να «ανεβάζουν στροφές». Εργοστάσια παντού, όπου να κοιτάξεις, γεμάτα μηχανές που μαρσάρουν… Και πλήθος άλλα… Και βέβαια η κατάχρηση της μεταφοράς δεν πηγάζει από την υπέρμετρη λατρεία τους προς τα καλολογικά στοιχεία, συνδυασμένη έστω με κακογουστιά ή έλλειψη της αίσθησης του μέτρου, αλλά είναι αποτέλεσμα κυρίως λεξιπενίας και εκφραστικής δυσκολίας. Έτσι πάντα «πληρώνουμε το μάρμαρο», «δίνονται εύσημα», «επιδίδονται διαπιστευτήρια», «μπαίνουν κερασάκια στην τούρτα» κ.λπ. Τ' ακούσαμε μία φορά, μας εντυπώθηκε, πού να ψάχνουμε τώρα να βρούμε την κυριολεκτική διατύπωση, για τέτοια είμαστε;
  2. Στον φόβο ή τη συστολή μπροστά στη χρήση της μεταφοράς. Αυτός ο φόβος ή η συστολή δεν γίνονται αντιληπτά στον προφορικό λόγο, όπως θα διαπιστώσετε, και οφείλονται αποκλειστικά στην άγνοια της έννοιας της μεταφοράς. Έτσι βλέπει ο… ποιητής ότι του ταιριάζει μεν η μεταφορική έκφραση «του κόπηκαν τα πόδια», αλλά πώς να γράψει τέτοιο πράγμα, να νομίσουν οι αναγνώστες του ότι «έμεινε κουτσός» ο άνθρωπος; Ούτε που πάει ο νους του —αφού δεν το 'χει μάθει— ότι εκτός από την κυριολεξία υπάρχει και η μεταφορά. Τι να κάνει λοιπόν; Κοτσάρει ένα ζευγάρι εισαγωγικά και κλείνει μέσα σ' αυτά την επίμαχη λέξη: «του “κόπηκαν” τα πόδια». Έτσι έχει ήσυχη τη συνείδησή του. Ανάλογα βλέπουμε γραφές: «ανέλαβε τα “ηνία” της επιχείρησης», «η Αθήνα είναι η “καρδιά” της Ελλάδας», «η συζήτηση “άναψε” για τα καλά». Στις περιπτώσεις αυτές, βέβαια, έχουμε ταυτόχρονα κι ένα δεύτερο σφάλμα: την κακή χρήση εισαγωγικών· εισαγωγικά που όχι μόνο δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν, όχι μόνο είναι απλώς περιττά, αλλά —το χειρότερο— εισαγωγικά που αλλάζουν το νόημα της φράσης μέχρι σημείου να εκληφθεί ότι εκφράζει το αντίθετο απ' αυτό που πράγματι είχε κατά νου ο συντάκτης, όπως εξηγώ στη συνέχεια.

Τα εισαγωγικά είναι από τα απλούστερα στη χρήση τους σημεία στίξης. Χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο στις ακόλουθες τέσσερες λίαν ευδιάκριτες περιπτώσεις, για να περικλείσουν τις αντίστοιχες λέξεις ή φράσεις που: 1ον) είναι λόγια τρίτων, μεταφερόμενα αυτολεξεί, ή ρητά, παροιμίες, γνωμικά κ.λπ., 2ον) είναι τίτλοι εφημερίδων, βιβλίων, θεατρικών και άλλων έργων, ονόματα θεάτρων, πλοίων κ.λπ., επιγραφές κ.λπ., 3ον) σχολιάζονται ιδιαίτερα από τον ομιλητή ή τον συντάκτη του κειμένου (π.χ.: λέγοντας «εύκολος» εννοώ ότι…), και 4ον) αναφέρονται στο κείμενο με κάποια ξεχωριστή, δυσμενή χροιά, όπως ειρωνικά, περιπαικτικά, κοροϊδευτικά, μειωτικά. Παραδείγματα της 4ης περίπτωσης (οι τρεις πρώτες δεν επιδέχονται παρερμηνεία, νομίζω): «ήρθαν οι “φίλοι” μας οι Αμερικάνοι», «ο κ. Παπακωνσταντίνου είχε “σκληρές” διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους της τρόικας», «όλα τα 'χαμε, ο μηχανισμός “στήριξης” μάς έλειπε!». Έτσι λοιπόν η φράση «ο συγγραφέας τάδε είναι ένας “γίγαντας” των γραμμάτων» μάλλον δεν τιμά τον συγγραφέα· αλίμονο, τον μειώνει, τον ειρωνεύεται! Ανάλογα και τα: «η οικοδέσποινα “έλαμπε” εκείνο το βράδυ», «φορούσε ένα “σοβαρό” φόρεμα» κ.ά. Αφήστε πια αυτό το «πλήρης ημερών “έφυγε” χτες ο…» του συρμού. Κανείς πια δεν πεθαίνει, εντάξει. Αλλά ούτε φεύγει; Παρά μόνο «φεύγει»; Λες και κάπου έχει κρυφτεί για να μας σκαρώσει κάποια μακάβρια πλάκα…

Μια άλλη αστοχία στον λόγο μας, που είτε την κάνουμε άκριτα, χωρίς ποτέ δηλαδή να περάσουμε από τη βάσανο της λογικής αυτό που διατυπώνουμε (δεν θα υποστήριζα ότι είναι ζήτημα επιπολαιότητας αλλά μάλλον λειτουργίας κάποιων αυτοματισμών στην εκφορά του λόγου μας), είτε την κάνουμε από άγνοια της έννοιας της μεταφοράς. Πρόκειται για τη χρήση μεταφορικής έκφρασης που, από φόβο μάλλον πως δεν θα γίνει πιστευτή, συνοδεύεται με ένα «κυριολεκτικά», δίκην όρκου του ομιλητή, ο οποίος εν προκειμένω βρίσκεται —κυριολεκτικά!— σε πλήρη σύγχυση (για δική μας σύγχιση): απαιτεί από τη μεταφορά να κυριολεκτήσει! Έτσι προκύπτουν κάτι τερατώδη: «μόλις την αντίκρισε, κυριολεκτικά τρελάθηκε με την ομορφιά της» (όι, όι! και τον κλείσανε στο τρελάδικο ή κυκλοφορεί ελεύθερος;), «από την τρομάρα του, κυριολεκτικά τού κόπηκαν τα πόδια» (ω, τον καημένο, τώρα είναι σε καροτσάκι, ε;), «οι κερκίδες πήραν κυριολεκτικά φωτιά» (είχαμε θύματα;) «μου βγήκαν κυριολεκτικά τα μάτια απ' το διάβασμα» (δύστυχε, τώρα πια θα διαβάζεις με το σύστημα Μπράιγ) και άλλα τραγελαφικά.

Και τώρα ας… μεταφερθούμε από τη μία μεταφορά στην… άλλη! Η φωτογραφία είναι από το πλοίο «ΦΑΙΣΤΟΣ ΠΑΛΑΣ» τη Δευτέρα 29 Νοέμβρη. Το μοναδικό φορτίο που μεταφέρει είναι τα αυτοκίνητα της αστυνομίας, 15 τον αριθμό. Και οι αστυνομικοί, οι μοναδικοί επιβάτες του. Είναι η τελευταία ημέρα του υπερήφανου αγώνα των ναυτεργατών. Το μεσημέρι οι ναυτεργάτες επιβάλλουν και τέταρτη 48ωρη απεργία. Στον καταπέλτη του «ΚΡΗΤΗ ΙΙ», ύστερα από απαίτηση των σωματείων ΠΕΜΕΝ και ΣΤΕΦΕΝΣΩΝ, γίνεται έκτακτη συνεδρίαση της εκτελεστικής της ΠΝΟ, κατά την οποία αποφασίστηκε η συνέχιση της απεργίας. Η κυβέρνηση σε μια ύστατη προσπάθεια να την ανακόψει, προχώρησε το απόγευμα της ίδιας ημέρας στο έσχατο μέτρο της πολιτικής επιστράτευσης. Το λιμάνι του Πειραιά άρχισε να ζώνεται από δυνάμεις καταστολής, αμέτρητες κλούβες των ΜΑΤ και των ειδικών δυνάμεων του Λιμενικού. Άρχισαν να αποκλείουν τμήματα του λιμανιού, εγκλωβίζοντας τους απεργούς ναυτεργάτες. Στην Ακτή Ξαβέρη στήθηκε ολόκληρη επιχείρηση για να αναγκάσουν το πλήρωμα του «ΦΑΙΣΤΟΣ ΠΑΛΑΣ» να επιβιβαστεί στο πλοίο και να παραλάβει τα φύλλα της επιστράτευσης. Οι ναυτεργάτες άρχισαν να τα σκίζουν μπροστά στους λιμενικούς. Κομάντος του Λιμενικού και δυνάμεις της Αστυνομίας δεν δίστασαν τότε να προτάξουν ακόμη και τα όπλα εναντίον των απεργών ναυτεργατών, προκειμένου να μπουν στο πλοίο. Το «ΦΑΙΣΤΟΣ» τελικά απέπλευσε χωρίς επιβάτες και με συνοδεία αστυνομικών δυνάμεων. Εδώ, λοιπόν, επειδή δεν πρόκειται για το σχήμα λόγου της μεταφοράς, στέκει να πούμε ότι «Κυριολεκτικά με το πιστόλι στον κρόταφο οι ναυτεργάτες αναγκάστηκαν να μπουν στο πλοίο»!