Τρίτη, Μαΐου 22, 2007

ΣΤΗ ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ ΓΙΩΤΗ

Σήμερα, δύο χρόνια μετά το θάνατο του σ. Χαρίλαου Φλωράκη, αποτίνοντας τον οφειλόμενο φόρο τιμής στη μνήμη του, παραχωρώ το βήμα στον ίδιο:
«Δεν το ονοματίζω τούτο το χαρτί διαθήκη για το λόγο ότι δεν έχω τίποτα να διαθέσω.
Ό,τι βιος είχα το έχω δώσει στο Κόμμα, στο Κόμμα στο ΚΚΕ με τα γνωστά σύμβολά του, την Μαρξιστική—Λενινιστική ιδεολογία του, το πρόγραμμά του και τις αρχές του.
Πολιτικά δεν έχω επίσης τίποτα να αφήσω. Ό,τι είχα το έδωσα με τη συγκεκριμένη δράση μου. Να αφήσω πολιτικές ορμήνιες δεν το θεωρώ σοβαρό.

Θέλω να επιστρέψω, και να ταφώ στον τόπο που γεννήθηκα στο Παλιοζογλώπι και συγκεκριμένα στον Αηλιά για νάχω αγνάντιο. Ο τάφος να είναι απλός, μόνο να φραχτεί για να μην με ξεχώσουν τα αγρίμια.
Δεν θέλω λόγους και στεφάνια. Αυτά να εκφραστούν με βοήθεια στο Κόμμα.
Σεπτέμβρης 1994
Γεια σας
Χαρίλαος Φλωράκης»

Σάββατο, Μαΐου 19, 2007

ΓΙΑΤΙ… ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΚΙ ΕΓΩ ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΩ!


Μια φορά ο Χότζας κίνησε να επισκεφτεί έναν φίλο του. Στον δρόμο ψώνισε κάποια πράγματα που χρειαζότανε και τα ‘βαλε στο δισάκι του. Φτάνοντας έξω από το σπίτι του φίλου του, σκέφτηκε να κρύψει καλού κακού κάπου το δισάκι του, για να το πάρει μόλις θα τέλειωνε την επίσκεψή του. Όμως, για κακή του τύχη, όταν μετά την επίσκεψη το αναζήτησε, το δισάκι του είχε γίνει άφαντο! Ο Χότζας τότες έγινε έξω φρενών. Άρχισε να ωρύεται, να βλαστημάει και να απειλεί θεούς και δαίμονες. Σε έξαλλη κατάσταση, απευθύνθηκε προς τους συγχωριανούς του, που είχαν στο μεταξύ μαζευτεί και τον παρακολουθούσαν με συμπάθεια αλλά και φόβο:

    —Ρε σεις, κοιτάχτε να μου βρείτε το δισάκι μου, γιατί, αν δεν βρεθεί, δεν ξέρω κι εγώ τι θα κάνω!

    —Πω πω, είπανε έντρομοι εκείνοι, πρέπει οπωσδήποτε να το βρούμε! Αλλιώτικα, κακό μεγάλο θα μας βρει! Δεν έχουμε ματαδεί τον Χότζα τόσο εξαγριωμένο.

Ξαμοληθήκαν λοιπόν κι αρχίσανε το ψάξιμο. Πράγματι ύστερα από λίγο το δισάκι βρέθηκε άθικτο κι επιστράφηκε στον Χότζα. Κι αυτός αμέσως γαλήνεψε. Ξαναβρήκε το πράο ύφος του και το κέφι του. Τότε κάποιος από τους συγχωριανούς του, που τον έτρωγε η περιέργεια να μάθει τι ήταν εκείνο —το προφανώς φοβερό— που είχε κατά νου ο Χότζας να κάνει αν δεν βρισκόταν το δισάκι, εκείνο δηλαδή με το οποίο είχε απειλήσει τους συγχωριανούς του λέγοντας «δεν ξέρω κι εγώ τι θα κάνω!», τον πλησίασε και τον ρώτησε:

    —Καλέ μας Χότζα, πες μας τι θα έκανες αν δεν βρισκόταν το δισάκι σου;

Κι ο Χότζας αφοπλιστικός:

    —Σάματις ξέρω; Αυτό δεν σας είπα πριν, ότι «δεν ξέρω κι εγώ τι θα κάνω»;

ΥΠΟΒΟΗΘΗΣΗ: Για την κατανόηση του νοήματος της παραβολής, κλικάρετε στην κάτω γραμμή:

Σάββατο, Μαΐου 05, 2007

Α ΔΕΝ ΔΕΙ

Ἃ δὲν δεῖ, ο τίτλος. Που σημαίνει νεοελληνιστί: αυτά που δεν πρέπει. Αν όμως γράψει ή πει κανείς «ἃ δὲ δεῖ», αυτό σημαίνει «αυτά (δε) που πρέπει», δηλαδή το αντίθετο του «ἃ δὲν δεῖ». Ένα μονάχα γραμματάκι, ένα «ν», κάνει όλη τη διαφορά, τόσο στον γραπτό όσο και στον προφορικό λόγο. Αν, τώρα, ακούσετε να μιλάνε για το ανώτατο συνδικαλιστικό όργανο των δημοσίων υπαλλήλων, τη συνομοσπονδία τους, και μάλιστα αν γίνεται λόγος για τη δράση της τριτοβάθμιας αυτής οργάνωσης, τη συμμετοχή και τη συμβολή της στις διεκδικήσεις των εργαζομένων στο Δημόσιο, στην προάσπιση των δικαιωμάτων τους και σ' άλλα παρόμοια, τότε αναφέρεται, ως είναι φυσικό, κατ' επανάληψη το όνομα αυτής της οργάνωσης: ΑΔΕΔΥ και πάλι ΑΔΕΔΥ και ξανά μανά ΑΔΕΔΥ. «Η ΑΔΕΔΥ διατρανώνει μπουρ μπουρ μπουρ…», «Η ΑΔΕΔΥ ανυποχώρητη μπουρ μπουρ μπουρ, κάθετα αντίθετη μπουρ μπουρ, αγωνιστικά μπουρ μπουρ» και άλλα ηχηρά άχυρα. Ε, λοιπόν, αυτό το «ΑΔΕΔΥ», που ηχητικά είναι το ίδιο με το «ἃ δὲ δεῖ», εμένα —που μου έχει γίνει κάτι σαν βίτσιο το παιχνίδι με τις λέξεις— με ενοχλεί αφάνταστα! Ο λόγος είναι μάλλον προφανής για όσους εργαζόμενους παρακολουθούν κατά κάποιο τρόπο τις δραστηριότητες της συνομοσπονδίας· είναι η αναντιστοιχία τής εν γένει στάσης της ΑΔΕΔΥ απέναντι στα προβλήματα και τις διεκδικήσεις των δημοσίων υπαλλήλων, αφενός, και του περιεχομένου της ταυτόσημης ακουστικά με το όνομα της οργάνωσης φράσης «ἃ δὲ δεῖ», αφετέρου. Έτσι, άθελά μου, αυτόματα δηλαδή, όταν ακούω «ΑΔΕΔΥ», εγώ προσθέτω το «ν» που λείπει μετά το «ε» κι έτσι έχω το σωστό «ἃ δὲν δεῖ» σε πλήρη αντιστοιχία με την εικόνα που έχω για την ΑΔΕ(Ν)ΔΥ.

Ο σκοπός αυτής της ιστογραφής μου όμως δεν είναι να ασχοληθώ με την εν γένει δράση της ΑΔΕ(Ν)ΔΥ. Θέλω μονάχα να εκπληρώσω την υπόσχεση που έδωσα στο υστερόγραφο της ιστογραφής της 29ης Απριλίου 2007 (Τ' ΕΙΧΕΣ, ΓΙΑΝΝΗ; Τ' ΕΙΧΑ ΠΑΝΤΑ…), να κριτικάρω, δηλαδή, τη στάση των εκπροσώπων της ΑΔΕ(Ν)ΔΥ στο υπάκουο (πειθαρχικό) Συμβούλιο Εγκαυμάτων Δευτέρου Βαθμού. Δεν γνωρίζω ούτε τα ονόματά τους ούτε τις παρατάξεις από τις οποίες προέρχονται, αλλά καλύτερα. Δεν κρίνονται βάσει αυτών, αλλά βάσει της ιδιότητάς τους ως εκπροσώπων της συνομοσπονδίας.

Αποδέχθηκαν, λοιπόν, οι εν λόγω εκπρόσωποι στη συνεδρίαση του Συμβουλίου στις 24 Απριλίου την πρόταση να συνεχιστεί η συνεδρίαση στις… 30 Οκτωβρίου, δηλαδή ύστερα από έξι και πλέον μήνες(!), προκειμένου να δοθεί στον διακεκριμένο ο χρόνος που αυτός χρειαζόταν για να "μελετήσει" τη φοβερή και τρομερή υπόθεση και να ετοιμάσει εισήγηση, και υπερψήφισαν τη σχετική απόφαση. Λαμπρά, ε; Τι χειρότερο, δηλαδή, θα προέκυπτε, εάν δεν υπήρχαν αυτοί οι δύο καρεκλοκένταυροι εκπρόσωποι των εργαζομένων; Ασφαλώς, δεν έχει την αξίωση κανένας εργαζόμενος οι εκπρόσωποί του να μην κρίνουν δίκαια και να μεροληπτούν υπέρ των εργαζομένων. Απαιτεί όμως η στάση τους και την απονομή δικαιοσύνης να υπηρετεί, και τα δικαιώματα και το συμφέρον των εργαζομένων να διασφαλίζει· γι' αυτό τους έχουν οι εργαζόμενοι τιμήσει με την ψήφο τους. Οι ίδιοι όμως δεν ετίμησαν, τουλάχιστον στη συγκεκριμένη συνεδρίαση, το αξίωμά τους, με τη σύμπραξή τους στην τερατώδη αυτή απόφαση του Συμβουλίου, η οποία καταρρακώνει κάθε έννοια δικαιοσύνης και δεοντολογίας και παραβλάπτει τα συμφέροντα των κρινόμενων εργαζομένων· όπως δεν το τίμησαν και με τη σιγή ιχθύος που τήρησαν όσον αφαρά τη διαδικασία που εκτυλίχθηκε μπροστά στα μάτια τους και στις δύο συνεδριάσεις, 17 και 24 Απριλίου (απουσία γραπτής εισήγησης, αυτοσχεδιασμοί εισηγητή κ.λπ.). Μήπως έχουν αντίθετη γνώμη; Μήπως τους αδικώ; Ας μου το δικαιολογήσουν! Ας μου δικαιολογήσουν, αν μπορούν, γιατί δεν κατέθεσαν πρόταση, για παράδειγμα, να ανατεθεί η εισήγηση σε άλλον εισηγητή, ικανό να φέρει εισήγηση σε μία εβδομάδα… Οι ίδιοι δεν θα μπορούσαν να το κάνουν;

Παρασκευή, Μαΐου 04, 2007

ΠΡΟΣ ΤΥΦΛΟΠΟΝΤΙΚΑ

Καλώ την ανώνυμη κυρία που τηλεφώνησε (ερήμην μου, εν κρυπτώ και παραβύστω) στο Νοσοκομείο ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΥΓΓΡΟΣ, αυτοπαρουσιαζόμενη ως «ιατρός από το Υπουργείο Υγείας», για να πληροφορηθεί εάν νοσηλεύεται σ' αυτό η σύζυγός μου και από τι πάσχει, να πάψει να κρύβεται, είναι ανώφελο. Επιτέλους, πόσο χαμηλά μπορούν να σέρνονται κάποιοι…

Αν είναι τυφλοπόντικες, πιο χαμηλά και από τους γυμνοσάλιαγκες· υπό το έδαφος…

Και δεν θα χρειαστεί ποτέ γι' αυτούς να ρωτήσει κανένας από τι πάσχουν· τους παίρνεις χαμπάρι από μίλια μακριά. Ούτε και να ρωτήσει πώς πάνε· όχι μονάχα δεν έχουν ελπίδα να γιατρευτούν (να γίνουν άνθρωποι), αλλά από το κακό στο χειρότερο φαίνεται ότι θα πηγαίνουν μονίμως, μέχρι να χαθούν από προσώπου γης και να ξεβρομίσει ο τόπος. Αμήν και πότε!