Παρασκευή, Νοεμβρίου 05, 2010

Περί ελαίου, ελέου(ς) και άλλων γλωσσικών αλιευμάτων


Στη σημερινή ιστογραφή μου θ' ασχοληθώ με ορισμένα γλωσσικά λάθη που συνάντησα αυτές τις μέρες. Είναι λάθη που γίνονται συχνά, γι' αυτό και καταπιάνομαι μ' αυτά. Δεν πρόκειται δηλαδή για κάποια μεμονωμένα περιστασιακά λάθη, όπως τα μαργαριτάρια, λόγου χάρη, που κοσμούν κάποιες μαθητικές εκθέσεις, αλλ' όχι μόνο (ας θυμηθούμε την υποστύλωση της σημαίας του Έβερτ ή το μηδέν στο πηλήκιο του Γ.Α.Π.). Πάντως, επειδή δεν μ' αρέσει να με θεωρείτε κήνσορα που αρέσκεται να στηλιτεύει ή ακόμη και να διασύρει άλλους, που είχαν την ατυχία να υποπέσουν σε κάποιο γλωσσικό λάθος, θα περιλάβω (μέλλων του περιλαβαίνω [=περιαδράχνω, πιάνω και επικρίνω] και όχι του περιλαμβάνω [=περιέχω]!) πρώτη και καλύτερη (χειρότερη δηλαδή) την αφεντιά μου. Το δικαιούται εξάλλου, διότι αποτέλεσε την αφορμή για την παρούσα ιστογραφή! Ναι, ο αδιόρθωτος διορθωτής!

1. Γράφω λοιπόν στο άρθρο μου Περί ομοψυχίας φληναφήματα αστών «…θα ζήσουμε σ' έναν επίγειο παράδεισο όλοι μαζί, εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι…» Μπράβο μου, το θηρίο, τι έγραψα! «Έγραψα», που λένε! Λες και θα ήταν ποτέ δυνατό να μην είναι μαζί οι εκμεταλλευτές και οι εκμεταλλευόμενοι! Διότι, βέβαια, εκμεταλλευτές λέγονται αυτοί που εκμεταλλεύονται, δηλαδή οι εκμεταλλευόμενοι! Εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι είναι συνώνυμες λέξεις! Το ρήμα εκμεταλλεύομαι είναι αποθετικό (δηλαδή απαντά μονάχα στην παθητική φωνή, δεν υπάρχει ενεργητική φωνή εκμεταλλεύω στη νέα γλώσσα· υπήρχε στην αρχαία) και ενεργητικό μεταβατικό (δηλαδή φανερώνει ενέργεια κάποιου η οποία έχει αποδέκτη κάποιον άλλο). Έτσι λέμε «ο επιχειρηματίας τάδε εκμεταλλεύεται τους εργαζόμενους στην εταιρεία του κι έχει πλουτίσει». Αυτό σημαίνει ότι ο επιχειρηματίας είναι εκμεταλλευτής, ότι «ο επιχειρηματίας τάδε, εκμεταλλευόμενος τους εργαζόμενους στην εταιρεία του, έχει πλουτίσει». Εν προκειμένω ούτε «οι εργαζόμενοι είναι [!]εκμεταλλευόμενοι[!]» ούτε «οι εργαζόμενοι [!]εκμεταλλεύονται από[!] τον εφοπλιστή», αυτές είναι εσφαλμένες διατυπώσεις. Οι αντίστοιχες ορθές θα μπορούσαν να είναι κάπως έτσι: «οι εργαζόμενοι είναι θύματα εκμετάλλευσης» και «τους εργαζόμενους τούς εκμεταλλεύεται ο εφοπλιστής». Βέβαια, να σημειώσω ότι το Λεξικό Κοινής Νεοελληνικής καταγράφει την έκφραση εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι χαρακτηρίζοντας καταχρηστική την απόδοση παθητικής σημασίας στη μετοχή εκμεταλλευόμενοι. Εγώ πάντως προτιμώ ν' αποφεύγω τις καταχρήσεις, τουλάχιστον όταν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος.

2. Σ' ένα ιστολόγιο που ασχολείται κατεξοχήν με γλωσσικά ζητήματα, διάβασα προχτές τούτο, γραμμένο από τον ίδιο τον ιστολόγο (δεν τον αποκαλύπτω, μιας και η σημερινή αναφορά μου σ' αυτόν είναι μάλλον επικριτική· ωστόσο τον εκτιμώ και έχω αρκετές φορές εκφραστεί γι' αυτόν επαινετικά, τόσο στο ιστολόγιό μου όσο και στο δικό του με σχόλιά μου): «Η πολιτική ορθότητα συμβουλεύει να μη χρησιμοποιούμε τις λέξεις “κουφός” ή “τυφλός” (και άλλες ανάλογες) γιατί μπορεί να προσβάλουμε τους συνομιλητές μας που δεν ακούν ή δεν βλέπουν». Εδώ έχουμε αναπαραγωγή ενός, δυστυχώς συνηθισμένου, αγγλισμού σε ελληνικό κείμενο: πολιτική ορθότητα ή πολιτικώς ορθό είτε, γραμμένο αγγλιστί ‑συνηθίζεται‑, political correctness ή politically correct. Στην προκειμένη περίπτωση, κατά τη γνώμη μου, δεν πρόκειται απλώς για ξένο σώμα μη αφομοιώσιμο, αλλά επιπρόσθετα για διατύπωση ακαταλαβίστικη στη γλώσσα μας. Η κατανόησή της γίνεται ερήμην της ελληνικής και με τη συνδρομή αποκλειστικά της αγγλικής. Επιπρόσθετα δεν εκφράζει καμία έννοια της αγγλικής για την οποία δεν υπάρχει αντίστοιχή της στη γλώσσα μας. Επομένως είναι όλως διόλου απαράδεκτη η χρησιμοποίησή της σε ελληνικό κείμενο.

  • politically correct: πρέπων (–ουσα, –ον), ευπρεπής (–ές), καθωσπρέπει (άκλ.)
  • political correctness: ευπρέπεια, καθωσπρεπισμός

3. Και μιας και ο λόγος για αγγλισμούς, να αναφέρω άλλον έναν: Το επίθετο δραματικός (dramatic), αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στα ελληνικά, όπου έχει αρνητική χροιά, στα αγγλικά έχει ουδέτερη χροιά, επομένως οι Άγγλοι το χρησιμοποιούν σε κάθε περίσταση, είτε ευχάριστη είτε δυσάρεστη, είτε ευνοϊκή είτε δυσμενή, κ.ο.κ. Κατά το λεξικό Merriam–Webster σημαίνει, μεταξύ άλλων, εντυπωσιακός στην εμφάνιση ή στο αποτέλεσμα (striking in appearance or effect). Μάλιστα το λεξικό έχει το παράδειγμα: «She made a dramatic entrance wearing a bright red dress», στο οποίο η λέξη dramatic έχει θετική χροιά: «Έκανε θεαματική είσοδο φορώντας ένα λαμπερό κόκκινο φόρεμα». Για σκεφθείτε να το μεταφράζαμε: «Έκανε δραματική είσοδο…»! Ανάλογα θα πούμε: «τα έσοδα της επιχείρησης αυξήθηκαν θεαματικά», αλλά «ο μισθός του μειώθηκε δραματικά». Ομοίως: «ο αθλητής βελτίωσε θεαματικά τις επιδόσεις του», αλλά «η οικονομική κρίση συρρίκνωσε δραματικά την κίνηση της αγοράς».

4. Συναντάμε συχνά τη λέξη ελέω να χρησιμοποιείται εσφαλμένα σαν πρόθεση, αντί των προθέσεων λόγω, εξαιτίας κ.τ.ό., όπως: «πολλά καταστήματα βάζουν λουκέτο ελέω οικονομικής κρίσης», «οι εργαζόμενοι θα εργάζονται μέχρι τα γεράματα ελέω μνημονίου», «περιορισμοί στις μετακινήσεις με αυτοκίνητο ελέω ακρίβειας» κ.λπ. Άξιο προσοχής ότι το (εσφαλμένο) ελέω θα μπορούσε να υποκατασταθεί με το (ορθό) λόγω, πλην όχι… πλήρως! Γιατί; Διότι αυτό το (εσφαλμένο) ελέω έχει ένα χρώμα… ελεεινότητας, σιχαμάρας, αποστροφής, που δεν την έχει το (ορθό πλην άχρωμο) λόγω. Πράγματι το (εσφαλμένο) ελέω, μάλλον προϊόν παρετυμολογίας λόγω συγγένειας (και) ηχητικής προς το ελεεινός, χρησιμοποιείται μονάχα σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου η αιτία, ο λόγος, είναι απεχθής, μισητός, απωθητικός. Όμως το ελέω σημαίνει άλλο πράγμα. Είναι δοτική της λέξης έλεος[1], εν προκειμένω «δοτική του μέσου ή του οργάνου» με το οποίο επιτυγχάνεται κάτι, δηλαδή ελέω σημαίνει με το έλεος, χάρη στο έλεος, με την ευσπλαγχνία, και σήμερα χρησιμοποιείται ‑εκτός από την εξεταζόμενη εσφαλμένη χρήση‑ μονάχα στη φράση «ελέω θεού μονάρχης», η οποία σημαίνει «μονάρχης χάρη στην ευσπλαχνία του θεού» (αντί μονάρχης, επίσης μοναρχία, βασιλεύς, βασιλεία, αυτοκράτωρ κ.λπ.). Επομένως «πολλά καταστήματα βάζουν λουκέτο ελέω οικονομικής κρίσης» σημαίνει «πολλά καταστήματα βάζουν λουκέτο χάρη στην ευσπλαχνία της οικονομικής κρίσης»! Και πώς να το πούμε τότε; Μία λύση είναι να χρησιμοποιήσουμε το λόγω στη θέση του ελέω: «πολλά καταστήματα βάζουν λουκέτο λόγω οικονομικής κρίσης». Αν το βρίσκετε πολύ ουδέτερο και αποστασιοποιημένο και θέλετε οπωσδήποτε να τα… χώσετε στην άτιμη την οικονομική κρίση, βρείτε άλλον τρόπο διατύπωσης, όπως: «πολλά καταστήματα βάζουν λουκέτο, ας όψεται η οικονομική κρίση».

Πάντως, για να το φαιδρύνουμε κάπως το θέμα, εμένα όποτε ακούω αυτό το ελέω μού 'ρχεται στο μυαλό (συνειρμικά πώς;) άλλη λέξη, ομόηχη στη δοτική, το ελαίω, που σημαίνει με το λάδι. Ίσως γιατί αυτό το ελαίω ταιριάζει γάντι σε μερικές φράσεις, όπως για παράδειγμα: «έβγαλε οικοδομική άδεια παρά τις παραβάσεις του, ελαίω του μηχανικού της Πολεοδομίας», δηλαδή «…με το λάδι του μηχανικού της Πολεοδομίας». Λαδώθηκε ο άνθρωπος, όπως καταλάβατε.

Λοιπόν, αυτά με τα γλωσσικά. Όμως μην ξεχαστούμε, την Κυριακή ψηφίζουμε. Και πρέπει να πράξουμε ό,τι είναι… πολιτικώς ορθό (ναι, σωστά χρησιμοποιείται εδώ!) εν προκειμένω: Να ενισχύσουμε τους συνδυασμούς της ΛΑΪΚΗΣ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗΣ!

— — — — — — — — — — — — — — — — — — — —

[1]έλεος: Από τους ελληνιστικούς χρόνους και μετέπειτα απαντά ως ουδέτερο: το έλεος. Στα αρχαία απαντά και ως ουδέτερο το έλεος (γεν. του ελέους) και ως αρσενικό ο έλεος (γεν. του ελέου). Έτσι δικαιολογείται το διπλόμορφο ελέου(ς) του τίτλου. Η δοτική ελέω ανήκει στο αρσενικό ο έλεος.