Κυριακή, Ιανουαρίου 23, 2011

Ο Πάσχων Μανδραβέλης


Καλά, εντάξει! Πάσχος Μανδραβέλης, αν το προτιμάτε, κι όχι Πάσχων. Αν και προσωπικά θα προτιμούσα να μη συναντούσα ποτέ ούτε το Πάσχος ούτε το Πάσχων, αν ήταν έτσι να απέφευγα τον ίδιο τον… Μανδραβέλη, τον εξαίρετο αυτόν αστέρα της δημοσιογραφίας, που διαπρέπει στην Αλαφουζιάδα, γνωστή και ως «Καθημερινή». Ωστόσο, μένοντας στο γραμματικό μέρος (λόγω της γνωστής… πετριάς μου), δεν μου κοστίζει τίποτα να ενδώσω στους όποιους αντιρρησίες, μια και τα πάσχος και πάσχων είναι όχι απλώς συνώνυμα αλλά ταυτόσημα· δεν πρόκειται δηλαδή για διαφορετικές λέξεις αλλά για διαφορετικούς τύπους της ίδιας λέξης: η τριτόκλιτη μετοχή πάσχων μεταπλάστηκε στο δευτερόκλιτο ουσιαστικό πάσχος. Έχουμε κι άλλα τέτοια παραδείγματα τριτόκλιτων σε —ων αρσενικών που έχουν μεταπλαστεί στην καθομιλουμένη σε δευτερόκλιτα σε —ος, όπως τα γέρος από το γέρων, χάρος από το χάρων, δράκος από το δράκων, άρχος από το άρχων, παθός από το παθών, μαθός από το μαθών κ.λπ. Παράλληλα στη νέα ελληνική έχουν πλαστεί και οι αντίστοιχοι πρωτόκλιτοι τύποι σε —[οντ]ας: γέροντας, χάροντας, δράκοντας, άρχοντας, παθόντας, μαθόντας. Από τους πρωτόκλιτους αυτούς τύπους, οι μετοχές συνήθως χρησιμοποιούνται στον ποιητικό λόγο: «…Χαίρε με τα λυτά μαλλιά η χρυσίζοντας τον άνεμο. Χαίρε με την ωραία λαλιά η δαμάζοντας τον δαίμονα…», αλλά και (ανάλογη, όχι ίδια περίπτωση) «…Ο νικήσαντας τον Άδη και τον Έρωτα σώσαντας…», (από το «Άξιον εστί» του Οδυσσέα Ελύτη· χρυσίζοντας και δαμάζοντας αντί χρυσίζων/–ουσα και δαμάζων/–ουσα· [χωρίς διάκριση γένους και κατά κανόνα άκλιτα]· νικήσαντας και σώσαντας αντί νικήσας και σώσας). Αλλά, για να ολοκληρώσω κατά κάποιο τρόπο τη συγκεκριμένη αναφορά μου στα της γλώσσας και της γραμματικής (ας περιμένει λιγάκι ο Μανδραβέλης), να αναφέρω δύο ιδιαίτερους τύπους που δημιούργησε αυτή η μετάπλαση της κατάληξης από —ων σε —ος. Είναι τα ποίσος και δείξος, που συνήθως λέγονται μαζί: ο ποίσος, ο δείξος. Προέρχονται, αντίστοιχα, από τα ποίσων, μετοχή μέλλοντα του ποίσω (=ποιήσω [θα κάνω]), και δείξων, ομοίως μετοχή μέλλοντα του δείξω [θα δείξω]. Στο θηλυκό: η ποίσα, η δείξα ή η ποίσω, η δείξω. Άρα κατά λέξη η έκφραση ο ποίσος και ο δείξος σημαίνει αυτός που θα κάνει και θα δείξει. Ωστόσο η αναφορά σε κάποιον με την έκφραση αυτή δεν είναι άχρωμη και ουδέτερη αλλά αρνητική και μειωτική.

Όμως ξεστράτισα! Για τον Πάσχοντα (επιμένω στο Πάσχων χάριν ενάργειας) Μανδραβέλη ξεκίνησα να γράψω κι αλλού βρέθηκα. Από μια άποψη καλύτερα, διότι θα περιορίσω, για λόγους οικονομίας, το μέρος του γραπτού μου που θ' ασχοληθεί μ' αυτόν τον… ποίσο και τον δείξο του δημοσιογραφικού βασιλείου.

Βέβαια, τον Πάσχοντα Μανδραβέλη δεν τον έμαθα τώρα, όπως νομίζω ότι γνωστός πρέπει να είναι και σε σας, αγαπητοί αναγνώστες (αλλά κι αν δεν τον γνωρίζετε δεν χάνετε και τίποτα). Είναι αίφνης ο κύριος που την περασμένη Κυριακή είχε γράψει στην «Καθημερινή» ένα βαθυστόχαστο πόνημα με τίτλο (θαυμάστε εξυπνακισμό) Ζαβαρακατρανέμια και ΚΕΚΥΚΑΜΕΑ, δήθεν έρευνα για τις κοινωνικές δαπάνες στην Ελλάδα, για το κοινωνικό κράτος, αν θέλετε, αλλά στην πραγματικότητα αφορμή για να λοιδορήσει την κοινωνική μέριμνα, να αραδιάσει μια σειρά εξυπνακίστικες ατάκες δικής του κοπής και, στο τέλος, να μας πλασάρει τη νεοφιλελεύθερη πρόταση της αντιδραστικής «σχολής του Σικάγου». Ένα άρθρο όπου η τσαπατσουλιά συναγωνίζεται την άγνοια, με αποτέλεσμα ο καημένος ο Πάσχων να μας παρουσιάζει με καμάρι τον «άγγλο βιομήχανο του 19ου αιώνα Βίσκοντ Λεβερχιούλμ [που] συνήθιζε να λέει ότι “τα μισά από τα λεφτά που ξοδεύω για τη διαφήμιση είναι σπατάλη. Το κακό είναι ότι δεν ξέρω ποια μισά είναι αυτά”». Τραβηγμένη από τα μαλλιά η σχέση της παρατιθέμενης… μνημειώδους ρήσης του άγγλου βιομήχανου με το κείμενο του άρθρου. Αλλά κοτζάμ δημοσιογραφάρα, να μη βάλει κι έναν «Βίσκοντ Λεβερχιούλμ» να κάνει το κομμάτι του; Έλα όμως που το «Βίσκοντ» δεν είναι όνομα αλλά τίτλος, κι ο τίτλος αυτός ελληνιστί αποδίδεται «υποκόμης» (viscount). Επομένως «υποκόμης Λεβερχιούλμ», κύριε Μανδραβέλη μας, κι όχι «Βίσκοντ Λεβερχιούλμ»! Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν κι επιδέξιους κώλους. Γράψατε που γράψατε ένα άρθρο για πέταμα, του βάλατε κι έναν «Βίσκοντ Λεβερχιούλμ» μπας και του προσδώσει ψήγματα έστω της αίγλης που στερείται, και τα κάνατε τρισχειρότερα! Παρεμπιπτόντως, αν δεν αποκαλέσει κανείς τον υποκόμη με τον τίτλο του, ο οποίος ακριβώς είναι «1ος υποκόμης Λεβερχιούλμ» (1st Viscount Leverhulme), θα τον πει με τ' όνομά του: «William Hesketh Lever». Το επίθετο «Λεβερχιούλμ» (Leverhulme) προκύπτει από τη σύνθεση του δικού του επιθέτου (Lever) και του επιθέτου της συζύγου του (Hulme). Όλες αυτές τις πληροφορίες τις βρίσκει κανείς ευκολότατα σήμερα με 1-2 κλικ, μέσω της Βικιπαιδείας, αρκεί, πρώτον, να γνωρίζει ότι viscount σημαίνει υποκόμης και, δεύτερον, να μην είναι Μανδραβέλης (πάσχων κιόλας).

Έγραψε, λοιπόν, ο αστέρας ένα ολόκληρο εξάστηλο με χαριτωμενιές τού στυλ:

[…] Είναι τόσες οι υπηρεσίες, τόσο πολλοί οι φορείς, τόσες οι επιτροπές και τα σχέδια δράσης, που αποκλείεται εχέφρων άνθρωπος να βρει άκρη. Κατ’ αρχάς κάθε δημόσιο έγγραφο είναι πνιγμένο στα αρκτικόλεξα. […]

[…] Ξεφυλλίζοντας κάποιος οποιοδήποτε έγγραφο του κράτους, δεν βγάζει άκρη. […] (ΣΗΜ.: Προφανώς, αν είναι Μανδραβέλης).

[…] Υπάρχουν τόσοι οργανισμοί, φορείς, ινστιτούτα (ΕΚΚΑ, ΕΣΥΠΚ, ΙΝΚΠΟ, ΚΕΚΥΚΑΜΕΑ, ΚΕΑΤ, ΚΑΦΚΑ κ.λπ.) που και να θέλει να προσφέρει έργο κάποιος δημόσιος υπάλληλος, πιθανότατα θα συνταξιοδοτηθεί πριν προλάβει να αποστηθίσει όλα τα ονόματα. […]

[…] Ακόμη και άνθρωποι που θα ξεκινήσουν με μεράκι να κάνουν κάτι, θα φάνε τη μισή τους ζωή προσπαθώντας να μάθουν τι σημαίνουν όλα αυτά τα αρκτικόλεξα και ποιες αρμοδιότητες έχουν. Φυσικά θα απογοητευθούν και θα περάσουν την άλλη μισή επαγγελματική τους καριέρα αποφεύγοντας να κάνουν οτιδήποτε διότι, ό,τι και να κάνουν, στα χωράφια κάποιου άλλου αρκτικόλεξου θα μπουν. […]

[…] Οι υπουργοί Μεταφορών δεν σκέφτονταν πώς θα ζήσει η Ολυμπιακή, αλλά πώς θα πετούν φτηνά οι ευπαθείς ομάδες. Οι υπουργοί Ανάπτυξης δεν νοιάζονται για το μέλλον της ΔΕΗ, αλλά πώς θα επιδείξει η επιχείρηση «κοινωνικό πρόσωπο». […] (ΣΗΜ.: Από την πολλή τους έννοια για το κοινωνικό πρόσωπο της επιχείρησης έχουν προκύψει αυτά τα ληστρικά τιμολόγια οικιακής κατανάλωσης. Είπα κι εγώ…).

Ολόκληρο εξάστηλο γιατί; Για να καταλήξει να μας πει:

Δεν θα ήταν λογικότερο ένα σύστημα αρνητικής φορολόγησης για όλους τους ανθρώπους ανάλογα με τις ανάγκες τους; Αν υπολογιστεί ότι ένας πολύτεκνος, π.χ., χρειάζεται 50.000 ετησίως για να ζει πληρώνοντας ολόκληρα εισιτήρια, κανονική τιμή ρεύματος κ.λπ. και αν αυτός βγάζει 40.000, τότε απλώς η εφορία θα του στέλνει 10.000 επιστροφή και δεν θα χρειάζεται να τρέχει δεξιά κι αριστερά για να πιστοποιήσει την κατάστασή του. Αλλά αυτό το «Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα» είναι πρόταση του «εξαποδώ» Μίλτον Φρίντμαν, οπότε δεν διανοούμαστε καν να τη συζητήσουμε.

Όπου ο «εξαποδώ» (sic) Μίλτον Φρίντμαν, για να μην ξεχνιόμαστε, ήταν (πέθανε το 2006) οικονομολόγος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, νομπελίστας, συγγραφέας (μεταξύ των έργων του δεσπόζουσα θέση κατέχει το «Καπιταλισμός και Ελευθερία») υπέρμαχος της ακραιφνούς εκδοχής της ελεύθερης αγοράς, με πολυσχιδή δράση ανά την υφήλιο. Εκτός από τις ΗΠΑ, πρόσφερε τις υπηρεσίες του, με διαλέξεις, συμβουλές κ.λπ., στη Χιλή του Πινοσέτ, στην Κίνα, την Εσθονία, την Ισλανδία κ.α. Το «ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα», όπως αναφέρει ο Πάσχων, αλλά και το «σύστημα αρνητικής φορολόγησης», όπως δεν αναφέρει ο Πάσχων, είναι ιδέες του Μίλτον Φρίντμαν, του ανθρώπου που υποστήριζε ότι αδίκως επικρίνεται για τις συμβουλές του προς τη χούντα της Χιλής, διότι «πιο ελεύθερες αγορές κάνουν τους ανθρώπους πιο ελεύθερους και αιτία του στρατιωτικού καθεστώτος στη Χιλή υπήρξε η ανελεύθερη οικονομία της»!…

Αν καταλάβατε καλά, το σύστημα αρνητικής φορολόγησης συνεπάγεται την κατεδάφιση των δομών του κοινωνικού κράτους, υπό το πρόσχημα της οικονομικής ενίσχυσης όσων έχουν ανάγκη τις υπηρεσίες αυτών των δομών, προκειμένου να κάνουν τι με την ενίσχυση αυτή; Ο Πάσχων, αποφεύγοντας τις κακοτοπιές, μας εξηγεί μ’ ένα απλουστευτικό παράδειγμα πως μ’ αυτή την ενίσχυση ο πολύτεκνος θα μπορεί «να ζει πληρώνοντας ολόκληρα εισιτήρια, κανονική τιμή ρεύματος κ.λπ.». Παραλείποντας το γεγονός ότι αυτή η ενίσχυση θα γίνεται με βάση όχι τις πραγματικές δαπάνες διαβίωσης αλλά κάποιες "αντικειμενικές" δαπάνες διαβίωσης, παραλείποντας επίσης το γεγονός ότι αυτή την ενίσχυση δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι το αναξιόπιστο κράτος μας δεν θα τη συρρικνώσει στο μέλλον με διάφορα τερτίπια, ας δούμε την ουσία. Μόνο οικονομική ενίσχυση χρειάζεται ο πολύτεκνος; Δεν χρειάζεται παιδικούς σταθμούς; Και αν καταργηθούν τα ΚΕΚΥΚΑΜΕΑ ή το ΚΕΑΤ κ.λπ., ποια οικονομική ενίσχυση θα αντισταθμίσει τις υπηρεσίες που τα ιδρύματα αυτά προσφέρουν; Καμία, ασφαλώς, διότι τα ανήμπορα ή τα τυφλά άτομα δεν χρειάζονται μονάχα χρήματα. Αλλά ο Πάσχων και η τάξη που υπηρετεί αυτή την αρχή έχουν: ότι μέτρον πάντων το χρήμα. Τα ανήμπορα ή τα τυφλά άτομα, ή η οικογένειά τους, θα αναγκαστούν να προσφύγουν σε ιδιωτικά ΚΕΚΥΚΑΜΕΑ ή ΚΕΑΤ, έναντι πολλαπλάσιου κόστους ασφαλώς. Μήπως άραγε η οικονομική ενίσχυση θα καλύπτει αυτό το κόστος; Η προφανής απάντηση είναι πως όχι. Αλλά και αν υποθέσουμε ότι θα το καλύπτει, τρισχειρότερα θα είναι τα πράγματα για τους εργαζόμενους. Πρώτον, θα ακολουθήσει υποβάθμιση ποιότητας υπηρεσιών. Δεύτερον, το κόστος αυτό, το πολλαπλάσιο, το πληρώνουν σε τελική ανάλυση οι εργαζόμενοι και το καρπώνονται οι ιδιώτες επιχειρηματίες. Αν μάλιστα η πληρωμή δεν γίνεται μέσω της φορολογίας αλλά μέσω των ασφαλιστικών ταμείων, η καταλήστευση θα έχει πιο άμεσα καταστροφικά αποτελέσματα.

Αυτά λοιπόν γράφει η γραφίδα του εκλεκτού αυτού υπηρέτη της αστικής προπαγάνδας υπέρ των συμφερόντων της πλουτοκρατίας, όταν δεν ειρωνεύεται το κίνημα των πολιτών κατά της πληρωμής διοδίων («επανάσταση του τζάμπα») ή όταν δεν χλευάζει τον ελληνικό λαό, αποκαλώντας τον απαξιωτικά «το μοναδικό έθνος των αθώων που υπάρχει στην υφήλιο»:

[…] Σ’ αυτό το έθνος των αθώων φταίνε μόνο οι πολιτικοί που οι ΔΕΚΟ πλημμύρισαν από υπαλλήλους, λες και οι προσληφθέντες ήταν Αλβανοί […] Ακούμε τους συνδικαλιστές να διεκτραγωδούν τα χάλια της δημόσιας διοίκησης, λες και στα υπηρεσιακά συμβούλια (όπου ξεπλένονται όλες οι αμαρτίες των υπαλλήλων) υπηρετούν στελέχη της Μπούντεσμπανκ. Ακούμε εφοριακούς να απεργούν ζητώντας την πάταξη της φοροδιαφυγής, λες και πρέπει να βγουν οι μανάβηδες για να κάνουν ελέγχους. Βλέπουμε την ΟΛΜΕ να καταγγέλλει την παραπαιδεία, λες και τα ιδιαίτερα τα κάνουν Ισλανδοί ψαράδες. Ακούμε τους αγρότες να δηλώνουν «ανενημέρωτοι», λες και πρέπει άλλοι να διαβάσουν εφημερίδες και να τους πουν ότι οι επιδοτήσεις τέλειωσαν και το βαμβάκι πέθανε. […]

Κάποια άλλη φορά πάλι, ο Πάσχων Μανδραβέλης φαίνεται ότι ένιωσε στενάχωρα που ξεσηκώθηκαν και οι πέτρες για το ανοσιούργημα να παραχωρηθεί το θωρηκτό ΑΒΕΡΩΦ για γαμήλια δεξίωση γόνων μεγαλοεπιχειρηματιών γι' αυτό, αφ' ενός, κλαψουρίζει ότι «Αυτό που μάλλον πρέπει να κουβεντιάσουμε είναι το ύψος του πλούτου που πρέπει να κατέχει κάποιος για να κάνει μια εκδήλωση σε χώρο που θεωρείται ιερός [σημ.: εννοεί το ΑΒΕΡΩΦ] και φυσικά το ύψος της φούστας των κοριτσόπουλων που προσέρχονται στην εκδήλωση. Από ένα σημείο και πάνω θα αποκλείονται και οι μεν και οι δε.» και, αφ' ετέρου (νομίζει ότι) βρίσκει την ευκαιρία να βγάλει την αντιΚΚΕ χολή του λέγοντας ότι «Σύμφωνοι! Ο Παρθενώνας, ο οποίος αποτελεί προσφιλές παράδειγμα όλων των ελληνολάγνων διωκτών της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, δεν παραχωρείται σε κανένα και για οποιονδήποτε σκοπό. Μόνο το ΚΚΕ μπορεί να απλώνει τα πανό του με συνθήματα “Peoples (sic) of Europe Rise Up”». Αυτό το «sic» είναι του Πάσχοντος, οπότε εκτός από το viscount που πρέπει να μάθει ότι σημαίνει υποκόμης, πρέπει επίσης να μάθει ότι το Peoples of Europe είναι ολόσωστο (ας μάθει επίσης να ανοίγει κάνα λεξικό, δεν είναι ντροπή)!

Είναι κι άλλες φορές που ο Πάσχων δεν ορρωδεί να απλώσει τη βέβηλη πένα του για ν’ αγγίξει και να μιάνει ό,τι ποτέ του δεν αξιώθηκε ούτε έχει ελπίδα να αξιωθεί να καταλάβει. Μ’ αυτή την πένα, έχοντάς τη προηγουμένως βουτήξει στον βούρκο του μυαλού του, γράφει με τη θρασύτητα του μωρού:

[…] Το κακό δεν είναι ότι ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ–ΔΕΗ κ. Νίκος Φωτόπουλος μεγάλωσε με τα τραγούδια του Θωμά Μπακαλάκου. Το κακό είναι ότι ολόκληρη η μεταπολίτευση ανδρώθηκε με τα ίδια τραγούδια. […]

Ε, λοιπόν, τι λέτε; Είναι ή δεν είναι Πάσχων; Και μάλιστα βαρέως;