Γνωστή παιδιόθεν η λαϊκή παροιμία, που για λόγους οικονομίας του κειμένου μπήκε μισή στον τίτλο: «Ο Πάσχων κι αν πασχίζει, τη γλώσσα την ξεσκίζει». Ο θυμόσοφος, άμα και προικισμένος με το χάρισμα της προφητείας λαός μας, σε ανύποπτο, όπως λένε, χρόνο, δηλαδή γενεές πριν να ανατείλει το λαμπρό άστρο του εθνικού μας διανοουμένου, πριν ο Πάσχων μας (το «μας» αντί του «Μανδραβέλης», φυσικώ τω λόγω και δικαιωματικά!) να αρχίσει να κοσμεί με τα υψηλής πνοής πονήματά του τη ναυαρχίδα του αστικού Τύπου, εσχάτως δε και το διαδίκτυο, από τόσο παλιά αυτός ο εκπληκτικός λαός, διαβλέποντας ότι, όταν θα έφθανε το πλήρωμα του χρόνου, θα εμφανιζόταν το δίχως άλλο ο Πάσχων μας, εμπνεύστηκε την παροιμία αυτή και έκτοτε την ενσωμάτωσε στον θησαυρό λαϊκής σοφίας που παραδίνεται από γενιά σε γενιά.
Και ίνα πληρωθεί όπως λένε οι γραφές το ρηθέν υπό Λαού του προφήτου, ότι «Ο Πάσχων κι αν πασχίζει, τη γλώσσα την ξεσκίζει», η γραφίδα του Πάσχοντος αποτυπώνει με καμάρι στο protagon.gr:
το τεθνεών δημοψήφισμα
Λέει και μια άλλη παροιμιώδη φράση ο λαός μας: «Πού πας, ρε Μανδραβέληηηη!», όπως και την παροιμία «τα μεταξωτά βρακιά θέλουν επιδέξιους κώλους»
(Μπορεί να σκεφτήτε κι άλλες, όπως «τον Μανδραβέλη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς» ή «άλλα τα μάτια του Μανδραβέλη κι άλλα της κουκουβάγιας» κ.λπ., αλλά ας μην πλατειάσουμε).
Το σπάνια χρησιμοποιούμενο σήμερα ρήμα της αρχαίας θνήσκω σημαίνει πεθαίνω. Το ρήμα αυτό σχηματίζει τη μετοχή παρακειμένου ο τεθνεώς, η τεθνεούσατεθνεώσα, το τεθνεός, που σημαίνουν, βέβαια, ο πεθαμένος, η πεθαμένη, το πεθαμένο. Τύπος το τεθνεών(!) δεν υπάρχει! Το τεθνεός δημοψήφισμα έπρεπε να γράψει, αν ήθελε να εμμείνει στην επιλογή των
μεταξωτών. Ή ας έγραφε απλά ο ευλογημένος το πεθαμένο δημοψήφισμα! Θα του έπεφτε η μύτη;
(Καλά, ξέχασα ότι είναι Πάσχων
)