Τετάρτη, Απριλίου 06, 2011

Πετριαρχικόν σιγήλιον


Ο μακαρίτης ο πατέρας μου ήταν αυθεντικός Λάκωνας. Απεχθανόταν τις απεραντολογίες, ενώ ο ίδιος είχε το χάρισμα να συμπυκνώνει σε ελάχιστες λέξεις, συνήθως δύο–τρεις, όλα όσα είχε να πει. Δύο–τρεις λέξεις που ισοδυναμούσαν με μακρύ κατεβατό σκέψεων, όπως αυτές που όσοι τον ακούγαμε κάναμε στη συνέχεια, αναλύοντας τον λόγο του και θαυμάζοντάς τον συνάμα. Αυτό ήταν ένα από τα χαρίσματά του. Το ότι κάπνιζε μανιωδώς ήταν ένα από τα αθώα ελαττώματά του (μόνο τέτοια αθώα κι άκακα για τους γύρω του ελαττώματα είχε).

Μια Κυριακή πρωί είχα πάει να τον δω (έμενε πάντα κοντά στην αδελφή μου, σε διπλανό της διαμέρισμα). Είχαμε καθήσει στο σαλόνι και πίνοντας το καφεδάκι μας συζητούσαμε, πολιτικά όπως πάντα. Ο πατέρας μου ήταν έντονα πολιτικοποιημένος, πολύ μορφωμένος, πάντα καλά ενημερωμένος και καλός συζητητής, γι' αυτό η συζήτηση μαζί του ήταν συναρπαστική. Καθώς εγώ δεν καπνίζω και είχα απορροφηθεί από τη συζήτηση, δεν πρόσεξα ότι είχε περάσει κάνα δίωρο χωρίς ο πατέρας μου να έχει ανάψει τσιγάρο. Όταν κάποια στιγμή το αντιλήφθηκα, μου φάνηκε απίστευτο (ο πατέρας χωρίς τσιγάρο!) και δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ· πετάχτηκα ενώ μιλούσε και τον διέκοψα: —«Τι έγινε, ρε πατέρα; Τόση ώρα δεν έχεις ανάψει τσιγάρο. Τι έκανες, το έκοψες;». Κι η σοφή απάντηση του πατέρα, χαμογελώντας: —«Όχι, το άφησα»! Ο νοών νοείτω… Πλήρης αυτογνωσίας, αντιλαμβάνεται τα όρια της κυριαρχίας του ανθρώπου επί του πάθους και με τρεις μονάχα λέξεις, απίστευτης περιεκτικότητας, αυτοσαρκάζεται και αυτοπαρουσιάζεται απλός, ταπεινός, ανθρώπινος, ανεπιτήδευτος, όπως ήταν.

Τώρα, η αφεντιά μου, κακέκτυπο Λάκωνα αλλά με οδηγό τη σοφή στάση του πατέρα μου, έχει την προνοητικότητα να αποφύγει να πει μεγάλη κουβέντα, ότι «κόβει το ιστολόγιο», μήπως και αποδειχτεί ψεύτης (μου φτάνει που είμαι κακούργος, μη γίνω και ψεύτης, όλα κι όλα, για μια τιμή ζούμε σ' αυτόν τον κόσμο!). Γι' αυτό προτιμάει να πει το συνετό και μετρημένο «αφήνω το ιστολόγιο». Έτσι σε περίπτωση που… επανακάμψει, θα έχει διαφυλάξει την αξιοπιστία της και την αξιοπρέπειά της (λέμε τώρα…). Σιγή, λοιπόν, για την ώρα (όπου «ώρα», μονάδα χρόνου απροσδιόριστου μεγέθους). Επομένως η παρούσα ανάρτηση επέχει θέση… σιγηλίου, και δη… Πετριαρχικού, αφού φέρω τον τίτλο του… Πετριάρχη (δηλαδή του πρώτου τη τάξει μεταξύ των εχόντων την… πετριά περί την γλώσσα [μακάρι να 'χα μονάχα αυτή την πετριά]), που μου τον κόλλησε ο φίλος Φ. Αγαπητοί μου, δεν έχω άλλες αντοχές να τα βγάλω πέρα. Βλέπετε, δεν μου έφτανε το ΔΝΤ, ο Γιωργάκης, ο Παπακωνσταντίνου κι όλος ο θίασος, με τους ελεεινούς κομπάρσους του, τους θλιβερούς χειροκροτητές του, τα συμβιβασμένα ασπόνδυλα που ΠΑΣΚίζουν να σταθούν ανάμεσα στους ανθρώπους, τους εξαγορασμένους ψηφοφόρους κ.λπ., έχω και τα προσωπικά μου προβλήματα· τελευταία μ' έχει πιάσει ένα συχνοκακούργημα (με το συμπάθιο), άλλο πράγμα. Κάθε τόσο χρειάζεται να τρέχω για κακούργημα, δεν είναι κατάσταση αυτή… Ελπίζω στην κατανόησή σας.


Υ.Γ. στις 6 Απρ. 2011: Επειδή ο αναγνώστης της παραπάνω ιστογραφής δεν είναι βέβαιο ότι είναι ενήμερος των κατορθωμάτων του ιστολόγου και γι' αυτό ίσως σχηματίσει την εντύπωση ότι έπεσε σε κανέναν θεοπάλαβο (όπερ αναληθές, διότι καμία σχέση δεν έχω με… θεούς —δεν έχω τον θεό μου, εν ολίγοις), τον παραπέμπω για να μορφώσει πιο σωστή γνώμη για μένα στην ιστογραφή http://l-d-papadeas.blogspot.com/2010/11/blog-post_27.html, αν φυσικά έχει όρεξη και δεν με έχει ήδη σιχτιρίσει.