Κυριακή, Μαΐου 16, 2010

Ξανά ο θείος Μήτσος


Η ιστογραφή αυτή είναι συνέχεια της ιστογραφής μου Υπάρχει ελπίδα; της 22–4–2010, ιστογραφής που γράφτηκε δηλαδή προ ΔΝΤ και ενόψει της «ενεργοποίησης του μηχανισμού», του μηχανισμού υποδούλωσης, βέβαια. Έγραφα τότε τα λόγια που μου είχε πει σε μια συζήτησή μας το 1992, πριν από 18 χρόνια, ο μακαρίτης Δημήτρης Άρχος (βλ. σχετικά βιογραφικά στοιχεία σ' εκείνη την ιστογραφή), ένας σεμνός διανοούμενος της πολιτικής· λόγια που έχουν μείνει από τότε βαθιά χαραγμένα στη μνήμη μου:

Παιδάκι μου, πώς σου φαίνονται τα χρόνια αυτά που ζούμε; [Δεν περίμενε απάντησή μου, αλλά συνέχισε.] Εγώ νομίζω ότι είναι τα χειρότερα που έχω γνωρίσει! Θα μου πεις, εσύ, θείε, το λες αυτό; Εσύ που έχεις ζήσει δύο παγκόσμιους πολέμους, Μικρασιατική Καταστροφή, Κατοχή; Είναι χειρότερα σήμερα από τη γερμανική Κατοχή; Είναι! Γιατί τότε υπήρχε ελπίδα!…


Αχ! βρε «μπαρμπα–Μήτσο», πού και να ζούσες σήμερα, να έβλεπες καινούργια Κατοχή που μας βρήκε, πολύ χειρότερη από τη γερμανική! Τότε ο εχθρός χρειάστηκε ν' αντιμετωπίσει την ηρωική αντίσταση του στρατού μας και να τον νικήσει, σε άνιση αναμέτρηση, για να μπορέσει να εισβάλει και να υποδουλώσει τη χώρα μας. Τότε ο κατακτητής ήταν ορατός, αντιληπτός στον καθένα· με τη σβάστικα, με τη βάρβαρη γλώσσα του (raus, verboten κ.λπ.), με τη μπότα, με τη χλαίνη, με το όπλο. Ήταν ξένος, ξένο σώμα στη χώρα μας. Σήμερα ο εχθρός, ο κατακτητής, κυκλοφορεί ανάμεσά μας. Δεν μας κήρυξε ποτέ τον πόλεμο ούτε πολέμησε ποτέ μαζί μας και μας νίκησε (Ε, χμ! Μπορεί και να 'γιναν όλα αυτά —και σίγουρα έγιναν!—, αλλά δεν έγιναν με τον, ας πούμε, γνωστό τρόπο· έγιναν «ανεπαισθήτως», όπως λέει ο Καβάφης[1]). Ο σημερινός κατακτητής δεν προβάλλει αξίωση να υποσταλεί η ελληνική σημαία, μάλιστα δεν διστάζει ακόμη και ν' αποτίσει φόρο τιμής σ' αυτήν, με την ίδια ευκολία και "ζεστασιά" που ο κοσμοπολιτισμός του μπορεί να μας χαρίσει το επιτηδευμένο του χαμόγελο· μιλάει —στη γλώσσα μας, ντε!— για τα πεπρωμένα του έθνους· φοράει σκαρπίνι και πολιτικά ρούχα και κρατάει κινητό, όπως όλοι μας. Έτσι που πολλοί συμπατριώτες μας δεν τον αντιλαμβάνονται καν. Τότε, στη γερμανική Κατοχή, όλοι αναγνωρίζαμε και περιφρονούσαμε με αηδία τους Κουΐσλινγκ πρωθυπουργούς μας, τον Τσολάκογλου αρχικά, τον Λογοθετόπουλο στη συνέχεια και, τέλος, τον Ιωάννη Ράλλη. Σήμερα, δυστυχώς, έχουμε Κουΐσλινγκ πρωθυπουργό[2], κυβέρνηση ανδρεικέλων και κοινοβούλιο σε ρόλο διακοσμητικό, αλλά πόσοι συμπατριώτες μας δεν δυσκολεύονται, μέχρι τώρα τουλάχιστον, να το συνειδητοποιήσουν; Τον καιρό της γερμανικής Κατοχής ο λαός ήταν εύκολο να αντιληφθεί ότι με παλλαϊκή αντίσταση μπορούσε να διώξει τον επιδρομέα και να απελευθερώσει τη χώρα του (η «ελπίδα» που έλεγε ο «μπαρμπα–Μήτσος»), κι αυτό έκανε. Σήμερα; Χμ! Πολύ δυσκολότερα τα πράγματα. Ο κατακτητής είναι ύπουλος. Δεν είναι ευδιάκριτος απ' όλους. Επιπλέον ο λαός ήταν απροετοίμαστος για τέτοια επίθεση —οι ανερυθρίαστα ερυθροί τα λέγανε, αλλά… Μοιάζει ζαλισμένος. Και τι να καταλάβει από έναν τέτοιο αλλόκοτο πόλεμο, χωρίς στρατούς, όπλα, πυρομαχικά, αλλά με σπρέντ, ομόλογα, cds, τραπεζικά παράγωγα και άλλα ακαταλαβίστικα; Στον εχθρό που επιβάλλεται με τα όπλα αντιπαρατάσσεις τα δικά σου όπλα. Μπόμπες ενάντια στις μπόμπες. Αλλά ενάντια στα σπρεντ τι αντιπαρατάσσεις; Τι είδους πόλεμος είναι αυτός που μας κήρυξαν; Οικονομικός, λένε. Ποιος μας τον κήρυξε; Η διεθνής οικονομική ολιγαρχία, ξανά λένε. Πού βρίσκεται αυτή; Ανάμεσά μας, ανάμεσα σ' όλους τους λαούς, σ' όλες τις καπιταλιστικές χώρες[3], ανάλογα με τον βαθμό ανάπτυξης καθεμιάς. Έχει εθνικότητα; Όχι! Πώς και πότε μας κήρυξε αυτόν τον οικονομικό πόλεμο; Είπαμε, όλα έγιναν «ανεπαισθήτως». Εξάλλου σήμερα μήπως και οι συμβατικοί πόλεμοι δεν γίνονται χωρίς να κηρυχθούν; Πώς διεξάγεται αυτός ο οικονομικός πόλεμος; Ποια είναι τα όπλα που χρησιμοποιεί ο εχθρός (αυτή η «διεθνής οικονομική ολιγαρχία»); Πώς κατακτά και υποδουλώνει μια χώρα; Τι επιδιώκει με την υποδούλωσή της; Ποιες οι συνέπειες της υποδούλωσης για τους κατοίκους της χώρας; Πώς μπορεί να αντιδράσει ο λαός της; Πώς να οργανώσει τον αγώνα του ενάντια στον κατακτητή; Με τι μέσα να πολεμήσει; Χίλια δυο ερωτήματα. Χίλιες δυο απορίες. Τι κάνουμε;

Αγαπητοί μου, ας μη μου αποδοθεί ουδέ καν απόπειρα να διατυπώσω κάποια πρόταση ή σχέδιο αντιμετώπισης της σημερινής ζοφερής κατάστασης. Θα ήταν ασυγχώρητη έπαρση και δοκησισοφία εκ μέρους μου να αποτολμήσω κάτι τέτοιο. Ταπεινά καταθέτω κάποιες σκέψεις μονάχα, κι ίσως κι αυτές λιγάκι σκόρπιες. Νομίζω ότι έτοιμο, επεξεργασμένο και ολοκληρωμένο σχέδιο δεν έχει αυτή τη στιγμή κανένας, ούτε άτομο ούτε συλλογικός φορέας. Βέβαια, αυτό —να το διευκρινήσω— δεν είναι προς απελπισία ή απογοήτευση. Κάθε άλλο, είναι απολύτως λογικό. Η συλλογική σκέψη, η ζύμωση των ιδεών στην πράξη, αυτά θα οδηγήσουν στο να βρεθεί ο δρόμος αντίστασης και αποτίναξης εντέλει του σημερινού ζυγού. Οφείλουμε όμως να αντιληφθούμε ότι τίποτα δεν πρόκειται να γίνει από μόνο του, χωρίς εμείς να βάλουμε το χέρι μας! Αντίθετα, η δική μας δραστηριοποίηση είναι απαραίτητη για να απαλλαγούμε από τους δυνάστες μας. Άρα τι κάνουμε καταρχήν (και κατ' αρχάς);

Ίσως πρέπει ν' αρχίσουμε από την αυτομόρφωσή μας. Πάντα η γνώση της Ιστορίας είναι πολύτιμος οδηγός στη διαμόρφωση της σκέψης μας και, συνακόλουθα, της στάσης μας και της δράσης μας. Διάβασμα και μελέτη λοιπόν της Ιστορίας, ως επίσης βασικών οικονομικών εννοιών (χρήμα, τραπεζικό σύστημα, δανεισμός, χρέος, εθνικό προϊόν κ.λπ.), ανάλογα με τις δυνατότητες του καθενός μας, αλλά χωρίς —ελιτίστικη ή μη, μικρή η σημασία— περιχαράκωση στον μικρόκοσμό μας, χωρίς αποκοπή από τη συλλογική δράση[4]. Μάλιστα, όσοι έχουν δυνατότητα να μελετούν αυτά τα πράγματα, θα πρέπει να φροντίζουν να τα μεταδίδουν εκλαϊκευμένα όσο χρειάζεται σ' αυτούς που δεν έχουν τέτοια δυνατότητα. Όλοι οι καλής θέλησης άνθρωποι θα το εκτιμήσουν κάτι τέτοιο. Και τους χρειαζόμαστε!

Έπειτα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε —και εδώ ο ρόλος της γνώσης της Ιστορίας είναι καθοριστικός— ότι είμαστε υπό κατοχή, μια νέα Κατοχή. Και στους δύσκολους καιρούς δεν ψάχνουμε, οι άνθρωποι, αφήστε τα σκουλήκια, για ατομικές λύσεις. Στους δύσκολους καιρούς σφυρηλατείται η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, η μαζική δράση, η παλλαϊκή αντίσταση εντέλει. Θυμηθείτε οι παλιότεροι, στοχαστείτε οι νεότεροι, ότι κατά τη διάρκεια της φασιστικής κατοχής πρώτα δημιουργήθηκε η Εθνική Αλληλεγγύη και αργότερα το ΕΑΜ! Και, βέβαια, πάνω απ' όλα απαιτούνται θυσίες! Θα αναγκαστούμε, σε μεγαλύτερο ίσως βαθμό απ' όσο μας υποχρεώνει η τρώεικα, να στερηθούμε, όχι μόνο μικροαπολαύσεις και απαραίτητες "μικροπολυτέλειες", αλλά και απολύτως απαραίτητα αγαθά. Ας αναλογισθούμε ότι στον βωμό κάθε απελευθερωτικού αγώνα οι ήρωες θυσιάζουν ακόμη και την ίδια τη ζωή τους…

Και μην ξεχνάμε ότι, όπως έγραψα στο προαναφερόμενο σημείωμά μου της 22–4–2010, ανεξάρτητα από το πόσο ορατή είναι στον καθένα μας υπό τις σημερινές συνθήκες η ελπίδα, είναι αδιαμφισβήτητο ότι αυτή βρίσκεται στο λαϊκό κίνημα και μόνο εκεί. Ας τη φέρουμε λοιπόν στο προσκήνιο των εξελίξεων αναπτύσσοντας ένα δυνατό ταξικό λαϊκό κίνημα!

— — — — — — — — — — — — — — — — — — — —

[2]Στις 29–4–2010 ο Γ.Γ. της ΑΔΕΔΥ Ηλίας Ηλιόπουλος, απαντώντας σε ερώτηση του Ν. Χατζηνικολάου, στο ALTER, είπε μεταξύ άλλων: «Το πρωί είπα στον κ. πρωθυπουργό: “κ. πρόεδρε, είναι δυνατόν να κόψουμε από τους συνταξιούχους των 400 ευρώ τον 13o και 14o μισθό, να μην τους αφήσουμε τουλάχιστον να μπορούν να χαίρονται λίγο τις γιορτές;” Και ο πρωθυπουργός μού απάντησε: “Σωστό είναι αυτό, αλλά άλλοι παίρνουν τις αποφάσεις”…»

[3]Ποιες χώρες δεν είναι καπιταλιστικές σήμερα; Ίσως η Κούβα και η Βόρεια Κορέα. Άλλη;

[4]Σ' αυτό το πλαίσιο συνιστώ το εξαιρετικό έργο μιας μεγάλης μορφής του κομμουνιστικού κινήματος, του ήρωα Νίκου Μπελογιάννη, «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα», εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή (369 σελ.).