Σάββατο, Απριλίου 06, 2019

Τῷ καιρῷ ετούτῳ (Μέρος Α')


Μια αλλιώτικη ιστογραφή με άρωμα… θείας λειτουργίας (μετά κηρύγματος)

Ο τίτλος της σημερινής ιστογραφής είναι ακριβώς ο τίτλος ποιητικής συλλογής του Μάνου Παναγόπουλου (Εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή), πλην άλλη σχέση δεν υπάρχει της ιστογραφής με την ποιητική συλλογή.

Τῷ καιρῷ ετούτῳ… Και ήρξατο ο ιστολόγος (η αφεντιά μου) διηγούμενος την παραβολήν ταύτην:

Εντάξει, στα νεοελληνικά λοιπόν:

Ζούσε στις μέρες μας ένας σπουδαίος επιστήμονας και ερευνητής, μεγάλος και τρανός, πλην αρκετά —έως υπερβολικά— ιδιόρρυθμος. Τον τελευταίο καιρό κάποια, προφανώς πολύ σημαντική, εργασία τον είχε απορροφήσει ολοκληρωτικά. Ακόμη και οι στενοί του φίλοι πολύ σπάνια και πάντοτε για λίγο τον βλέπαμε, τόσο ακριβοθώρητος είχε γίνει. Λίγες μονάχα στιγμές, αραιά και πού, επέτρεπε στον εαυτό του να αφήσει το γραφείο του, αυτό το άβατο για μας, τους κοινούς θνητούς, με χαρτιά και σημειώσεις απλωμένα παντού, με βιβλία, ανοιγμένα ή κλειστά, να διεκδικούν κάθε σπιθαμή ελεύθερου —τρόπος του λέγειν— χώρου, με έναν επιτραπέζιο προσωπικό υπολογιστή και, επικουρικά, ένα λάπτοπ μονίμως σε λειτουργία, με τα ράφια να στενάζουν από το βάρος των βιβλίων και να καλύπτουν όλους τους τοίχους του δωματίου, από το δάπεδο μέχρι το ταβάνι, έως και πάνω από την εσώπορτα του δωματίου, έως και πάνω από την μπαλκονόπορτα (η εσώπορτα και η μπαλκονόπορτα, μόνες δίοδοι διαφυγής —αχρείαστης ωστόσο— από τον περίκλειστο χώρο σπουδής, μελέτης, περισυλλογής, το άδυτο των αδύτων για όλους εμάς τους μη μυημένους). Αλλά κι αυτές τις σπάνιες στιγμές που άφηνε το γραφείο του, κουβαλούσε μαζί του τις σκέψεις και τα προβλήματα που τον απασχολούσαν, και ήταν σαν απόκοσμος από την παρέα, βυθισμένος στον κόσμο του.

Από κάποια μισόλογά του —πάντα ήταν φειδωλός στις κουβέντες του, ιδίως σε ό,τι αφορούσε τις έρευνές του— είχαμε συμπεράνει ότι είχε καταπιαστεί με την εκπόνηση ενός φιλόδοξου και πολλά υποσχόμενου προγράμματος λογισμικού, σίγουρα πρωτοποριακού, το οποίο οι επιστημονικοί κύκλοι περίμεναν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Δεν είχαμε, βέβαια, καταλάβει, ούτε σε ποιους επιστημονικούς τομείς θα ήταν χρήσιμο αυτό το λογισμικό ούτε, πολύ περισσότερο, με ποιον τρόπο. Ωστόσο η έρευνά του κράτησε μήνες πολλούς, πάνω από χρόνο, ίσως και ενάμιση. Ώσπου…

Ώσπου μια μέρα εμφανίστηκε στην παρέα με ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του την ικανοποίηση, με τα μάτια του να λάμπουν και με τα χείλη του να σχηματίζουν ένα μόνιμο πλην μόλις διακρινόμενο χαμόγελο. Φαινόταν ξαλαφρωμένο το πνεύμα του και εύθυμη η διάθεσή του. Καταλάβαμε όλοι ότι είχε φέρει σε αίσιο πέρας το έργο του και στυλώσαμε πάνω του τα μάτια μας, τ' αφτιά μας, την προσοχή μας. Μας αντάμειψε με ασυνήθιστη γι' αυτόν ομιλητικότητα· μάλλον, πιο σωστά, ο συνήθως ολιγομίλητος σοφός μας συνήθιζε να μεταμορφώνεται κατ' εξαίρεση σε ομιλητικόν αρκετά οσάκις τελείωνε κάποια σπουδαία εργασία του και εφόσον βέβαια ήταν ικανοποιημένος από την έκβασή της όπως τώρα, καλή ώρα…

Μα αυτή τη φορά ήταν —πώς να το πω;— περίεργα, αλλόκοτα ομιλητικός. Δεν αναφέρθηκε καθόλου στο αντικείμενο της εργασίας του, παρά μόνο εκθείασε τη σπουδαιότητά της και τον ενθουσιασμό με το οποίο έγινε δεκτή από την επιστημονική κοινότητα, διεθνώς, η ανακοίνωση για την ολοκλήρωσή της. Καλά, πολλά πράγματα ίσως να μην τα κατανοούσαμε και αν ακόμη μας τα έλεγε, αλλά δυο πράγματα απλά, γενικά, βρε αδερφέ, θα μπορούσε να μας είχε πει. Όμως όχι. Αντίθετα…

Αντίθετα, αναλώθηκε να μας περιγράψει κάποιες άλλες ενέργειές του σχετικά με τη διαχείριση του έργου του, που μας δημιούργησαν του κόσμου τις απορίες και ερωτήματα ως προς τη σκοπιμότητά τους. Ακούστε και κρίνατε:

Το λογισμικό (τέτοιο ήταν το έργο του) φρόντισε να το ασφαλίσει με έναν ισχυρότατο κωδικό πρόσβασης. Δηλαδή, τι ισχυρότατο, «δεν υπάρχει», κατά το σύγχρονο λαϊκό ιδιόλεκτο, αυτό που έκανε. Ο κωδικός —τον περιέγραψε, δεν τον θυμόταν, βέβαια— περιείχε ό,τι μπορείς να φανταστείς: κεφαλαία, πεζά, αριθμούς, σύμβολα, απ' όλα, και σε πλήθος τέτοιο, που έπιανε μερικές αράδες κειμένου! Αυτός ο κωδικός, εκόμπαζε ο φίλος, είναι ανθρωπίνως αδύνατον να απομνημονευτεί, ενώ, αν χαθεί, θεωρητικά μεν μπορεί να ανακτηθεί, πρακτικά όμως όχι, διότι και τα ισχυρότερα υπολογιστικά συστήματα που διατίθενται σήμερα θα έπρεπε να απασχοληθούν με την ανάκτηση αυτού του κωδικού για μερικούς… αιώνες!!! Αναρωτιόσαστε άραγε γιατί; Περιμένετε. Το πιο εξωφρενικό ακολουθεί…

Ε, λοιπόν, αφού το πρόγραμμα ολοκληρώθηκε, δοκιμάστηκε, επαληθεύτηκε η ορθή λειτουργία του και η αποτελεσματικότητά του, αφού κρατήθηκαν αρκετά στιγμιότυπα οθόνης, απαραίτητα για τις επιστημονικές ανακοινώσεις, αφού έγιναν και οι ανακοινώσεις αυτές, τότε ο επιστήμονάς μας έκανε κάτι ανήκουστο: Αυτόν τον κωδικό τον είχε κρατήσει γραμμένον με το χέρι σ' ένα φύλλο χαρτί, πουθενά αλλού δεν τον είχε αποθηκεύσει. Και αυτό το φύλλο χαρτί ΤΟ ΕΚΑΨΕ!!! Πάει πια, το πρόγραμμα χάθηκε αμετάκλητα και οριστικά. Μόνη περίπτωση να ανακτηθεί θα ήταν να εργαστεί ο ίδιος, προκειμένου να το ξαναφτιάξει, αλλά αυτός ορκίζεται ότι δεν θα το κάνει επ' ουδενί!

Μείναμε, όπως ήταν φυσικό και αναμενόμενο, όλοι άφωνοι με αυτήν την εξέλιξη. Μόνο ύστερα από μερικές ημέρες κάποιος από την παρέα μας μπόρεσε να αρθρώσει κάτι διαφορετικό από αυτά που επαναλαμβάναμε συνεχώς απόταν μας ανακοίνωσε την αναπάντεχη και ανεξήγητη (για μας, έστω) πράξη του ο φίλος μας επιστήμονας, όπως «μα γιατί το έκανε;», «καλά, τόσος κόπος χαμένος…», και άλλα ανάλογα. Είπε «Μα καλά, χρήσιμο κι ωφέλιμο ήταν αυτό που είχε δημιουργήσει, δεν δημιούργησε την ατομική βόμβα!». Φαιδρύναμε όλοι κάπως και σκεφτήκαμε ότι χάθηκε κάτι χρήσιμο κι ωφέλιμο μεν, αλλά αυτό έτσι ή αλλιώς δεν το είχε ως τώρα ο άνθρωπος, επομένως δεν γίναμε φτωχότεροι, απλώς δεν γίναμε πλουσιότεροι. Θα ζήσουμε όπως ζούσαμε μέχρι τώρα που δεν είχαμε αυτό που παρά λίγο θα αποκτούσαμε. Κι αν ακόμη χάσαμε την ευκαιρία να γίνει η ζωή μας καλύτερη, τουλάχιστον κανείς κίνδυνος γι' αυτήν δεν προέκυψε από την καταστροφή του έργου του φίλου μας.

Ναι, έτσι κάπως έληξε όλη αυτή η ιστορία ανώδυνα, ανεπαίσχυντα και ειρηνικά, κατά τας γραφάς. Χμ! Όμως η ιστογραφή θα συνεχιστεί τις επόμενες μέρες, με άλλη παραβολή, παρόμοια μεν με ανησυχητική εξέλιξη δε. Οψόμεθα…