Κυριακή, Απριλίου 29, 2007

Τ' ΕΙΧΕΣ, ΓΙΑΝΝΗ; Τ' ΕΙΧΑ ΠΑΝΤΑ...


Η παροιμία που θέλει τον Γιάννη να καίγεται προκειμένου κατόπιν να τον αλείφουν τον φουκαρά με μέλι είναι σημαδιακή ή —επί το επιστημονικότερον— έχει προφανή σημειολογική αξία· ο έρμος ο Γιάννης, ως γνωστόν, πάντα καίγεται… Αυτό το ξέρετε δα! Επομένως, μάλλον δεν θα είχατε αγωνία για την έκβαση της συνεδρίασης του Συμβουλίου Εγκαυμάτων Δευτέρου Βαθμού που πραγματεύεται η ιστογραφή μου της 24ης Απριλίου 2007. Κρινόμενος σ' ένα Συμβούλιο Εγκαυμάτων (οποιουδήποτε βαθμού) είναι πάντα ο ταλαίπωρος ο Γιάννης. Κι αυτό γνωστό και βέβαιο, πέραν πάσης αμφισβήτησης. Εκείνο που "παίζεται" είναι το… μέλι· αν, δηλαδή, διατίθεται εκάστοτε ή όχι προς ανακούφισιν του κα(η)μένου Γιάννη… Διαβάστε, λοιπόν, πώς ό,τι έγινε στο Συμβούλιο Εγκαυμάτων Δευτέρου Βαθμού επιβεβαίωσε άλλη μία φορά των ανωτέρω λόγων το ασφαλές.

Ο εγκαυματίας πρώτου βαθμού (ο υποφαινόμενος, δηλαδή ο Γιάννης που λέγαμε) γλύτωσε μεν προς το παρόν το έγκαυμα δευτέρου βαθμού, αλλά οι υποκρινόμενοι τους κριτές ανάλγητοι καρεκλοκένταυροι του Συμβουλίου Εγκαυμάτων Δευτέρου Βαθμού (κάτι μεταξύ Νέρωνα και κοπρόσκυλου) είναι εφευρετικοί σε σατανικό βαθμό! Το διεστραμμένο μυαλό τους επινόησε να αφήσει τον εγκαυματία να σιγοψήνεται επί ένα εξάμηνο ακόμη, κρίνοντας προφανώς ότι δεν απέδωσε τα αναμενόμενα το σιγοψήσιμο στο οποίο τον υποβάλλουν επί δύο χρόνια ήδη! Έτσι, λοιπόν, τάχα αφυπνίστηκαν ξαφνικά(;), ύστερα από δύο χρόνια σιγοψησίματος του εγκαυματία πρώτου βαθμού, και είπαν (περίπου): «Τούτη την Άνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες… Δεν αναθερμαίνουμε την υπόθεση εκείνου του Γιάννη που τον έχουμε δύο χρόνια τώρα στο σιγοψήσιμο; Ε, και μαζί με την υπόθεση, αναθερμαίνουμε και τον ίδιο!» Ίσως "είδαν" κιόλας ότι κι άλλοι πυρομανείς (ένα όρνιο και μια αρκούδα) κινήθηκαν συγχρονισμένα προς την ίδια κατεύθυνση (στην Αφήνα και στη Θλίβα, αντιστοίχως) και σκέφτηκαν ότι δεν πρέπει αυτοί να υστερήσουν. Ίσως, λέω, διότι… ποιος ξέρει; (Έλα μου ντε!) «Εξάλλου, συνέχισαν, τι έχουμε μεις να φοβηθούμε; Μήπως δεν είμαστε εμείς οι απόλυτοι κυρίαρχοι του παιχνιδιού; Θέλουμε να τον περιποιηθούμε τον Γιαννάκη μας και να του προξενήσουμε ένα εγκαυματάκι δευτέρου βαθμού; Μπορούμε! Θέλουμε να του αλείψουμε με μέλι το πρώτου βαθμού έγκαυμά του; Γι' αυτό είμαστε εδώ εμείς! Θέλουμε να παρατείνουμε το σιγοψήσιμό του; Κι αυτό στο χέρι μας είναι!»

Μ' αυτές τις σκέψεις, λοιπόν, το Συμβούλιο Εγκαυμάτων Δευτέρου Βαθμού όρισε για τις 17 Απριλίου 2007 τη συνεδρίασή του για τη λήψη της σχετικής απόφασης. Την εισήγηση την ανέθεσε σε διακεκριμένο μέλος του, με μεγάλη… εμπυρία.

Έτσι φτάσαμε στην ημέρα της κρίσης, κατά την οποία το Συμβούλιο ισχυριζόταν —για να προτάξει της πυράς ένα προπέτασμα καπνού— ότι θα κρινόταν ο Γιάννης, αλλά εμείς δεν είμαστε τόσο ανόητοι, ώστε να μην αντιλαμβανόμαστε ότι το Συμβούλιο θα κρινόταν και όχι ο Γιάννης. Μάλιστα, το Συμβούλιο θα κρινόταν και από τον Γιάννη, όπως και απ' όλους μας. Ο εισηγητής, ως διακεκριμένο μέλος, προετοιμάστηκε όπως έπρεπε. Δηλαδή, ακολουθώντας τις επιταγές της κοπροσκύλειας φύσης του, απέφυγε επιμελώς να σπαταλήσει τις πολύτιμες δυνάμεις του (Θεός φυλάξοι!) για τη μελέτη της υπόθεσης και τη σύνταξη εισήγησης. Ταυτόχρονα, μη λησμονώντας τη Νερώνεια φύση του, δεν δυσκολεύτηκε να καταλήξει χωρίς κόπο στην προσήκουσα πρόταση. Εμφανίστηκε, λοιπόν, ο εν λόγω διακεκριμένος στο Συμβούλιο των καρεκλοκένταυρων σεινάμενος και κουνάμενος, χωρίς φακέλους, χωρίς εισήγηση, και μούγκρισε:

Κύριοι συνάδελφοι, προτείνω να συνεχιστεί το σιγοψήσιμο του Γιάννη για μερικά χρόνια ακόμη, μέχρις ότου το φαρμακείο "ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ", στο οποίο έχει προσφύγει ο Γιάννης ζητώντας καταπραϋντική αλοιφή για το πρώτου βαθμού έγκαυμά του, αποφανθεί τελεσίδικα κατά πόσο θα ικανοποιήσει ή όχι το αίτημά του.

—Να σας πληροφορήσω, κύριοι καρεκλοκένταυροι, ότι το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ έχει ήδη αποφανθεί τελεσίδικα· έχει απορρίψει το αίτημά μου
, αντιτείνει ο Γιάννης, μη μπορώντας να κρύψει την αγανάκτησή του για το εφεύρημα του κοπρόσκυλου–Νέρωνα.

Γκρμχα μπρλιούκ βλγκαγκί γιαρμπρν, αρχίζει να αυτοσχεδιάζει απτόητος ο διακεκριμένος. Πγιορφν μπλχ, έεεχμμ, βέβαια, οπωσδήποτε χρειάζεται το σιγοψήσιμο για λίγα χρόνια ακόμη, κύριοι καρεκλοκένταυροι, διότι ο Γιάννης (είναι σκληρός, ήθελε να πει, αλλά…) ισχυρίζεται ότι παραπέμφθηκε στην πυρά του Συμβουλίου Εγκαυμάτων Πρώτου Βαθμού με διάτρητο πόρισμα ΕΔΕ (=Επίορκη Διοικητική Εξέταση). Εμείς, λοιπόν, που δεν είμαστε όποιοι κι όποιοι, όπως —ας πούμε— οι του Συμβουλίου Πρώτου Βαθμού, εμείς που κοπτόμαστε για τη νομιμότητα, που κάνουμε παστρικιές δουλειές, εμείς, λέγω, πρέπει να διενεργήσουμε τη δική μας εξέταση, τη δική μας ανάκριση —μαλλιά να 'χουμε να ξάνουμε— και μέχρι να τελειώσουμε, ο Γιάννης πρέπει να εξακολουθήσει να σιγοψήνεται —είναι και σκληρός, το είπαμε; (Δεν το είπες, το 'χες στο μυαλό σου, κυρ–καρεκλοκένταυρε. Τώρα δα σου ξέφυγε.)

Το τι επακολούθησε, είναι δύσκολο να περιγραφεί. Φωτιά πήρε η συνεδρίαση, πράγμα ίσως όχι εντελώς απροσδόκητο, διότι ο εκάστοτε Γιάννης που προσάγεται ενώπιον της πυράς του Συμβουλίου (Δευτέρου Βαθμού, παρακαλώ, μη σας διαφεύγει) δεν είναι πάντα ραγιάς, οπωσδήποτε όμως μια τέτοια εξέλιξη ήταν φανερό πως τουλάχιστον ξεβόλευε και στενοχωρούσε τους καρεκλοκένταυρους. Άλλη φωτιά περίμεναν —μακριά νυχτωμένοι— για να χαρούν, και άλλη έβλεπαν τώρα μπροστά τους να ανάβει και να τους ζορίζει. Ιδού, λοιπόν, τι έγινε:

Εκτός από τον διακεκριμένο εισηγητή, στους υπόλοιπους έξι καρεκλοκένταυρους του Συμβουλίου υπερίσχυσε η κοπροσκύλεια φύση τους. Παρέμειναν οκνηροί, παθητικοί θεατές μονάχα, χωρίς καμία διάθεση να λάβουν θέση ή κάπως να αντιδράσουν στην κόντρα μεταξύ του διακεκριμένου εισηγητή και του "κρινόμενου" —που λέει ο (του Συμβουλίου) λόγος— Γιάννη. Αλλά όσον αφορά τον εισηγητή, τα πράγματα ήσαν διαφορετικά. Το μεν κοπρόσκυλο που έκρυβε μέσα του αφυπνίστηκε σαν να του πάτησαν το ποδάρι εκεί που κοιμόταν, κι άρχισε αλαφιασμένο να γαυγίζει και να δαγκώνει, η δε Νερώνεια πλευρά του χαρακτήρα του ταράχτηκε σφόδρα προ του ενδεχομένου να ξεγλιστρήσει ο Γιάννης από τον πύρινο κλοιό που του 'χε στημένο. Διότι πράγματι ο Γιάννης φαινόταν ικανός να πετύχει μια τέτοια εξέλιξη, κι αυτό ήταν απρόσμενο για το κοπρόσκυλο–Νέρωνα. Ο Γιάννης ήταν φανερό ότι είχε το δίκιο με το μέρος του. Επίσης ήταν φανερό πως δεν θα κατέθετε εύκολα τα όπλα, παρά θα πολεμούσε με νύχια και με δόντια τους διώκτες του. Δεν θα ήταν εύκολο θήραμα για λόγου τους. Μάλιστα, φρόντισε αυτό να το κάνει σαφές στους καρεκλοκένταυρους, ήδη από την πρώτη στιγμή. Και τώρα, με βροντερή φωνή, με ζωηρές χειρονομίες, με αυστηρό ύφος, μάτια αστραφτερά, φλέβες πρησμένες, έντονα εκφραστικός, οργισμένος και αποφασισμένος, υπερασπιζόταν το δίκιο· όχι το δικό του δίκιο, αλλά ΤΟ ΔΙΚΙΟ. Αν κάποιος Γιάννης συμβεί καμιά φορά να καεί, έστω και άδικα, μικρό το κακό, σκεφτόταν. Αν όμως ο κάθε Γιάννης που θα τολμήσει, υπακούοντας στη φωνή της συνείδησής του και υπερασπιζόμενος το δημόσιο συμφέρον, να εναντιωθεί σε κάποιον μεγαλοεπιχειρηματία, κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπος με θεούς και δαίμονες, είτε ανίκανους είτε υποχείριους του μεγαλοεπιχειρηματία, που περιμένουν να τον περιλάβουν και να τον περιποιηθούν κατάλληλα μέχρι να πετύχουν την ολική εξόντωσή του, τότε πρόκειται για τεράστιο κακό, για συμφορά, για τραγωδία· τότε πρόκειται για παρακμιακό φαινόμενο σε επίπεδο επικράτειας. Όπου, όπως αντιλαμβάνεσθε, οι θεοί και οι δαίμονες κάθε άλλο παρά μεταφυσικές οντότητες είναι. Είναι κρατικές Αρχές, ως Υπουλεία, Υπαργία, Αρπαγεία, Απραγεία, Υφαρπαγεία, Διχαστήρια, Πειθαρχημένα Συμβούλια, Πτώματα (τυμπανιαία λόγω προχωρημένης σήψης) Επιθεωρητών κ.λπ., αλλά και φυσικά (ή παρά φύσιν) πρόσωπα. Τι συμβαίνει, λοιπόν; Πράγματι η αδικία κανοναρχεί τη ζωή όλων μας; Πράγματι το Συμβούλιο αυτό, είτε από ανικανότητα είτε από σκοπιμότητα, θα διολισθήσει σε μια στάση και αντίστοιχη απόφαση που θα περνάει το χυδαίο όσο και καταστροφικό, διαλυτικό μήνυμα: «Ο κρατικός λειτουργός τιμωρείται για την τιμιότητά του, αμείβεται για την καπατσοσύνη του»; Αυτά σκεφτόταν ο Γιάννης και φούντωνε. Μαστίγωνε την αδικία με πνεύμα ανυπότακτο και μυαλό κοφτερό:

—Προς τι ανάκριση, κύριοι καρεκλοκένταυροι; Ανάκριση γίνεται προκειμένου να έλθουν στο φως, να γίνουν γνωστά τα πραγματικά περιστατικά που ενδιαφέρουν μια υπόθεση. Εν προκειμένω, στην παρούσα υπόθεση, ποιο είναι αυτό που δεν γνωρίζετε; Όλα τα πραγματικά περιστατικά τα έχετε στα χέρια σας. Εξάλλου η υπόθεση είναι απλή. Δεν πρόκειται, ας πούμε, για μια υπόθεση βιασμού ανηλίκου ή φόνου ή δωροδοκίας, στην οποία είναι σύνηθες να υπάρχουν πλήθος στοιχείων που πρέπει να διερευνηθούν. Εδώ έχουμε κατηγορίες που αφορούν τις ενέργειες του εγκαλούμενου κα(η)μένου Γιάννη ως μέλους επιτροπών συγκεκριμένων διαγωνισμών. Και οι ενέργειες αυτές δεν είναι τίποτε άλλο παρά οι θέσεις που διατύπωσε εγγράφως στα επίσημα πρακτικά των επιτροπών. Τίποτε λιγότερο και τίποτε περισσότερο. Έχετε τους φακέλλους των επίμαχων διαγωνισμών και τα πρακτικά. Τι άλλο αναζητείτε; Τι σας λείπει; Τι περιμένετε να μάθετε από την ανάκριση; Απολύτως τίποτε περισσότερο απ' ότι ήδη έχετε. Άρα γιατί θα κάνετε ανάκριση; Με ποιο αντικείμενο και για ποιο σκοπό; Για να αφήσετε την υπόθεση να σέρνεται; Ποιος βγαίνει κερδισμένος από μια τέτοια διαδικασία; Προφανώς, ουδόλως η αλήθεια και η απονομή δικαιοσύνης. Ο μόνος κερδισμένος είναι ο λασπολόγος κατήγορος του Γιάννη επιχειρηματίας. Και ο Γιάννης εξακολουθεί να σηκώνει τον σταυρό του μαρτυρίου του. Δεν αντιλαμβάνεστε ποιο μήνυμα περνάτε; Αυτό θέλετε;

Ε, τι να απαντήσει το κοπρόσκυλο–Νέρωνας σ' αυτόν τον καταιγισμό ερωτημάτων και τι να αντιπαραθέσει σε μια τέτοια λογικά ατράνταχτη επιχειρηματολογία;

—Γρλιουπ μπρμφν ρντοσβγκ, γρύλλισε, ξεροκατάπιε. Αλλ' ωστόσο θυμήθηκε πως δεν πρέπει να κωλώνει. Τι διάβολo! Την αξιοπρέπεια, αν ποτέ είχε ίχνος από δαύτη, την έχει προ πολλού χεσμένη. Τον κώλο του, μούρη του τον έχει καμωμένο. Γιατί επομένως να κωλώνει; Συνέρχεται, λοιπόν, και αρθρώνει λόγο ταιριαστό με το ποιόν του, πίσω από το ανθρώπινο προσωπείο του:

—Και τι σας πειράζει εσάς η ανάκριση; (Μέχρις εδώ, δεν προχωράει παραπέρα. Άραγε απλώς δεν τολμά, φοβούμενος την αντίδραση του Γιάννη, ή επίτηδες αφήνει να αιωρείται το αισχρό υπονοούμενο αντί να το εκστομίσει και να δώσει έτσι τη δυνατότητα στον Γιάννη να το αντικρούσει;) Δικαίωμά μας(!) είναι.

Μ' αυτά και μ' αυτά, το Συμβούλιο κατέληξε στη μόνη απόφαση για την οποία ήταν ικανό, με βάση, αφενός, τα δεδομένα της συζήτησης της υπόθεσης και, αφετέρου, την αναλγησία του: Να συνεχιστεί η συνεδρίαση την επόμενη εβδομάδα, στις 24 Απριλίου, για να παρθεί τότε απόφαση.

Ο Γιάννης έφυγε νιώθοντας αποστροφή κι αηδία. Πιο κενός απ' όσο όταν προσερχόταν στο Συμβούλιο. Δεν έτρεφε, βέβαια, την ψευδαίσθηση ότι η 24η Απριλίου θα ήταν μια διαφορετική, καλύτερη μέρα…

Και όντως. Ήταν τρισχειρότερη. Το διακεκριμένο κοπρόσκυλο–Νέρωνας στάθηκε στο ύψος του ξανά στις 24 Απριλίου. Τέτοιο ύψος, που διέψευσε ακόμα και όποιον ενδεχομένως πίστεψε πως ούτε αυτός ο διακεκριμένος θα μπορούσε ποτέ να φτάσει χαμηλότερα. Εμφανίστηκε πάλι σεινάμενος και κουνάμενος, χωρίς γραπτή εισήγηση, χωρίς χαρτιά. Ξανά μανά τα ίδια· πρότεινε ο αθεόφοβος να αναβληθεί η εξέταση της… φοβερής και τρομερής αυτής υπόθεσης, συνακόλουθα και η λήψη απόφασης (για το έγκαυμα του Γιάννη), προκειμένου να προηγηθεί ανακριτική διαδικασία (παράταση στο σιγοψήσιμο)! Τέτοια αναίδεια και θρασύτητα δεν μπόρεσαν να την αντέξουν ούτε οι υπόλοιποι καρεκλοκένταυροι —οι μη διακεκριμένοι. Κάτι ψέλλισαν, να συζητηθεί η υπόθεση χωρίς να γίνει η (περιττή) ανακριτική διαδικασία. Και τότε το διακεκριμένο κοπρόσκυλο–Νέρωνας έδωσε ρέστα:

—Δεν είμαι έτοιμος, είπε. Δεν έχω μελετήσει την υπόθεση. Χρειάζομαι μερικούς μήνες γι' αυτό, δεδομένου ότι είμαι κοπρόσκυλο ολκής. Ας σιγοψηθεί μερικούς μήνες ακόμα ο Γιάννης, τι πειράζει;

Το Συμβούλιο, κι αυτή τη φορά, τελικά πήρε την απόφαση εκείνη για την οποία ήταν ικανό: Συζήτηση επί της ουσίας, χωρίς προηγούμενη ανακριτική διαδικασία, στις… 30 Οκτωβρίου 2007, προκειμένου να δοθεί ο απαραίτητος(!) χρόνος στο διακεκριμένο κοπρόσκυλο–Νέρωνα να μελετήσει την υπόθεση και να εισηγηθεί τι έγκαυμα δευτέρου βαθμού (εκτεταμένο, περιορισμένο, σε ποιο μέρος του σώματος κ.λπ.) πρέπει να προξενηθεί στον Γιάννη. Μέχρι τότε… τ' είχες, Γιάννη; Τ' είχα πάντα… Σιγοψήσου, Γιαννάκη, ήσυχα. Αγογγύστως και αδιαμαρτυρήτως.

Μπα! Δεν νομίζω ότι θα γίνει έτσι. Ο Γιάννης, αν και καμένος, ραγιάς δεν γίνεται!

    Μα 'γώ δεν ζω γονατιστός,
    είμαι της Σταματίνας γυιος.
    Τι κι αν μ' ανοίγουνε πληγές,
    εγώ αντέχω τις φωτιές.

Άντε γεια σας, κοπρόσκυλα–Νέρωνες!

Γεια σου και σένανε, Νικήτα!

    Υ.Γ.: Δύο από τους καρεκλοκένταυρους του Συμβουλίου ήσαν εκπρόσωποι της ΑΔΕΔΥ (μάλλον ΑΔΕΝΔΕΙ = ἃ δεν δεῖ = όσα δεν πρέπει), τρομάρα τους (των εργαζομένων)! Αλλά αυτούς θα τους "περιποιηθώ" άλλη φορά, ιδιαιτέρως και όπως τους αξίζει…